Κυριακή 11 Δεκεμβρίου 2011

Εφαρμογή στη σχολική πραγματικότητα

Πολλά από αυτά που μαθαίνουμε στο εργαστήρι, έχουν ήδη γίνει πράξη στις σχολικές τάξεις. Περάσαμε τόσο ωραία, που θέλουμε και τα παιδιά μας να ζήσουν κάτι ανάλογο, θεωρώντας -προφανώς- ότι αυτό έχει τεράστιο όφελος για εκείνα. 

Με αφορμή το "Παραμύθι χωρίς όνομα" της Π. Δέλτα, που διαβάζουμε στην τάξη (Ε΄ Δημοτικού), φτιάξαμε σε χαρτί του μέτρου, το περίγραμμα ενός ήρωα, ο οποίος κάποια στιγμή κείτεται νεκρός, μια και δεν κατάφερε να ξεφύγει και έπεσε σε έναν γκρεμό. Αφού διαβάσαμε συγκεκριμένα αποσπάσματα που αναφέρονταν στο συγκεκριμένο πρόσωπο, γράψαμε μέσα στο σώμα ποιες μπορεί να ήταν οι τελευταίες του σκέψεις, καθώς έτρεχε να σωθεί, ενώ έξω από αυτό, τι θα του λέγαμε αν τον είχαμε μπροστά μας. Ο ήρωας ήταν από τους "κακούς της υπόθεσης", γι'αυτό προέκυψαν πολλά σκληρά σχόλια (π.χ. Πρέπει να πεθάνεις), ενώ αντίθετα υπήρξαν και μαθητές που έδειξαν συμπόνοια (π.χ. Πρόσεξε μην τρέχεις γιατί θα σκοντάψεις!).

Τα παιδιά ενθουσιάστηκαν με τη δραστηριότητα και στο τέλος θέλησαν να δραματοποιήσουν τα λόγια που έγραψαν, κάτι που έγινε με μεγάλη επιτυχία και το διασκεδάσαμε πολύ! 


Αυτό είναι το αποτέλεσμα! 
Ράνια





Παρασκευή 2 Δεκεμβρίου 2011

Πλάθοντας το κολάζ της ζωής μας, 26.11.2011

Μία προσωπική καταγραφή, από την Μπέσυ.




Μία εικόνα χίλιες λέξεις. Μέσα από αποσμάσματα εικονικά ξετυλίγεται μία ολόκληρη ιστορία ενός ανθρώπου γνώριμου, φωτίζοντας όλα εκείνα τα σημεία που τον διακρίνουν και τον έχουν σμιλεύσει. Μέσα από ένα ταξίδι μέσα σε εικόνες κομμένες και ραμμένες στα προσωπικά μέτρα αυτού του ανθρώπου, αναδύθηκε η ιστορία της ζωής του. Η καταγωγή, η παρουσία και ο προορισμός του.

Από που ξεκίνησε και με ποια μάτια βλέπει σήμερα το χθες. Πώς η σχέση με τη μητέρα/ πατέρα – προστάτη αλλάζει όψη μέσα από το κόκκινο, κίτρινο και μαύρο φόντο κι από το φόβο της στοργής και της προστασίας κάνει άλμα προς τη φοβέρα. Πώς ένας γάμος αποτυπώνεται στη ψυχή μας σαν ένα λουλουδι που ανθίζει κι άλλες πάλι σα φυλακή που τα κάγκελά του ολένα και μεγαλώνουν και μας εγκλωβίζουν.   

Μικρές καθημερινές ιστορίες, άλλοτε τραγωδίες άλλοτε κωμωδίες, πάντοτε όμως ανθρώπινες. Κι όσα κι αν έχεις να πεις που δε σε φτάνουν οι λέξεις και οι κόλλες όλου του κόσμου, τελικά είναι τόσο μικρός ο κόσμος σου που μπορείς να τον ζωγραφίσεις σε μια κόλλα από χαρτί και μέσα εκεί να κλείσεις όλα τα μεγάλα και τα αληθινά. Γιατί όσα ταξίδια κι αν έχεις κάνει, όσα σκαλοπάτια κι αν έχεις ανέβει και κατέβει, αυτά που διηγείσαι είναι εκείνα τα σκαλοπάτια στα οποία σκόνταψες και τα ταξίδια τα οποία δεν πρόλαβες ακόμα να κάνεις.

Ο προορισμός είναι βουτηγμένος μέσα στο μέλι της ελπίδας πως όλα μέσα από τους κυκεώνες και τους λαβύρινθούς θα βρουν το δρόμο τους προς το φως της χαράς και της ευτυχίας για να είναι το τέλος μας βαμμένο λευκό.

Μακάρι να είναι έτσι για όλους μας.

Κυριακή 20 Νοεμβρίου 2011

Για το Β' Εργαστήριο, προσωπική καταγραφή


Μία ακόμη οπτική για το δεύτερο εργαστήριο, στις 08.11.2011, από την Μπέσυ.

Χορός, κίνηση, έκφραση, δημιουργία...πως μεσα σε ένα σύνολο αποκτάς οντότητα και ξεδιπλώνεται μπροστά σου ολη σου η προσωπικότητα. Σαν ανεμος που φυσαει μέσα σου παρασύρεσαι, σε παιρνει η ορμή κι ανοίγουν όλα σου τα παραθύρια...τα ειχες αραγε κλεισμένα; Ίσως και κλειδαμπαρωμένα...δεν εχει σημασία..το μόνο σίγουρο είνα ότι έλειπε το φως που ξαφνου σε λούζει.

Επαφη...με το σωμα σου, το χώρο, τους γύρω σου...επαφη με τον κόσμο, με το ορισμένο και το αόριστο...τον κανένα και τον καθένα...μία ματιά διαπεραστική, ένα αγγιγμα σχεδον ηλεκτρισμένο, μία αγκαλιά στοργική....τελικα είναι πολύ απλό να μεταδώσεις στο διπλανο σο αυτό ακριβώς που έχεις ανάγκη...κι ομως στην καθημερινότητα μας πνιγόμαστε μέσα στα μπερδεμένα νοήματα....ξεχναμε να νιώθουμε, νααισθανόμαστε την αυρα και την ενεργεια του Άλλου...που κάποιες φορές είναι ακόμα κι ο ίδιος μας ο εαυτός....Ένας χορός είναι οι διανθρωπικές σχέσεις...αλλες φορες εχεις το ρόλο του καβαλιέρου και πρέπει να κατευθύνεις τα βήματα, την αίσθηση, τις φιγούρες ή να προωθήσεις τον αυτοσχεδιασμό....καποιες άλλες πάλι είσαι ο δέκτης και αφήνεσαι...πρέπει να εμπιστευτείς τον Άλλο...να σε οδηγήσει, να σε ορίσει εκείνη τη δεδομένη στιγμή..μη φοβάσαι η ψυχή δε δεσμέυεται ούτε περιορίζεται ούτε κατευθύνεται...αίώνια κι άενεα περιτριγυρίζει, ταξιδεύει κι αλητεύει στα δικά της τα λιμάνια....στις δικές τις μυρωδιές...ποσο όμορφο είναι όμως να βρίσκεται σώμα, πνεύμα και ψυχή σε αρμο νία...να βρίσκονται όλα Εκεί...στο Τώρα...στη μία και μοναδική στιγμή που έχουμε το δικαίωμα να πούμε ότι «μας ανηκει»...

Μία τετοια στιγμή βίωσα σήμερα...ακουγόταν το μονόγραμμα του Ελύτη...Μέσα μας το αιώνιο ερώτημα «....Μ’ ακούς;;;;» ....είσαι εκεί; Νιώθεις όσα λέω; Τα μοιράζεσαι; Τα βιώνεις; Τα καταλαβαίνεις; Σε παρακαλώ, άκουσέ με....Το ΄σωμα...κινούταν σε μια μελωδία πένθους και σπαραγμού...ίσως γιατί κανείς δε με άκουσε μέχρι σήμερα...και μετά ήρθε η επαφή...η στοργική αγκαλιά...η ανάσα ανέπτυξε τρελούς ρυθμούς, χόρευε σε αντίθεση με την κίνηση του σώματος που σπάραζε... σα μία τραγωδία, όπου η κάθαρση ήρθε μέσα από το υγρο στοιχείο για μία ακόμη φορά...τα μάτια μου χάρισαν τη λύτρωση, κι όταν στέγνωσαν όλα εξατμίστηκαν, όλα εξαγνίστηκαν...

«Η αγάπη είναι σα τη σκιά...όσο φεύγεις σε κηνυγά, κι όσο την κηνυγάς, φέυγει...» Μεγάλωσα με αυτή τη φράση, λες και μ΄εχει στοιχειώσει...ένα στοιχειωμένο σπίτι η ψυχή μου που το κατοικούν φαντάσματα του παρελθοντος, το φοβίζουν θροισματα στο πάτωμα από σκιές που δεν υπάρχουν, μορφές που πέρασαν και χάθηκαν. Κυρίως όμως από τις ίδιες μου τις σκέψεις...γίνεται άραγε το μυαλό να καταφέρνει να στοιχειώνει τη ψυχή; Αυτή πρέπει να είναι το βάλσαμο του μυαλού, το καθαρτήριο όλων των σκέψεων που γίνονται πράξεις και κάποτε αμαρτίες ή μετανοήματα...

Μετά...νοήματα...τι υπάρχει πίσω από κάθε νόημα, τι γίνεται μετά; Αφου το αναλύσεις και το εξαντλήσεις; Τι γίνεται όταν κάτι που είχε νόημα, τώρα δεν έχει πια; Μετανοείς;  Όχι.  Όλα δικά σου είναι και τα πριν και τα τωρα και αυτά που θα έρθουν.  Δεν τα ορίζεις πάντοτε, σίγουρα όμως με το δικό σου τρόπο τα επιλέγεις. Δεν πειράζει που σήμερα, δεν έχει νόημα το χθες σου...για να φτάσεις στο σήμερα, πέρασες από το χθες κι από τα τότε νοήματα...Τα μετα...νοήματα οφείλουν να είναι τροφή για σκέψη κι ενέργεια για το σήμερα και τις επιλογές του αύριο..

Μία άλλη όψη του κόσμου ανοίχτηκε μπροστά μου...μία οπτική που με βγάζει από τη θέση του θεατή και με τοποθετεί στο επίκεντρό, χωρίς να βιάζω την ύπαρξη των διπλανών μου, χώρίς να επιτρέπει την επίδειξη της μονάδας...αφήνωντας απλά ελεύθερα την κάθε οντότητα να ξανοιχτεί και να παρουσιαστεί  μπροστά στον καθρέπτη της ψυχής της. Μπροστά στον κόσμο, αλλά με ένα τρόπο σα να μη την κοιτάζει κανείς...τουλάχιστον όχι από την κλειδαρότρυπα...όχι, η παρακολούθηση δεν χωράει σε αυτό το χώρο...μόνο η παρατηρητικότητα ...παρατηρείς για να μοιραστείς και να συμβιώσεις όποιο ρόλο κι όποια βιώματα μιλάνε στη ψυχή σου. Σα να βρίσκεσαι σε μία παραλία γυμνιστών...κανείς δε κοιτάζει τη «γύμνια σου»...όλοι σέβονται αυτό που είσαι, όπως είσαι...κι εσύ μέσα σε αυτό το σύνολο, δε φοβασαι να «ξεγυμνωθείς», να χυθείς με τρέλα και ορμή στα κύματα ή να λιαστείς κάτω από τον ζεστό ήλιο...ελεύθερος κι ευτυχισμένος, νιώθοντας σε κάθε σου κύτταρο, σε κάθε σου αίσθηση τον άνεμο, το ζεστό ήλιο, την αλμύρα και τη δροσιά...Ναι, αυτό ειναι το θεατρικό παιχνίδι.  Ένας γυμνιστής σε μία σμαραγδένια παραλία που απολαμβάνει τη στιγμή να βρίσκεται εκεί.

Πάθη. Εξαρτήσεις. Ένταση. Βία. Ασκώ ένσταση.

Στο δικό σου το βυθό πάρε φόρα κια βγες από όλο αυτό.  Όχι απάθεια. Ούτε εμπάθεια. Επέλεξε να βγεις στο φως, να πάρεις ανάσα. Κι αν έχεις το κουράγιο, ξαναβυθίσου. Σε άλλους βυθούς, σε άλλες θάλασσες., με άλλους τρόπους. Βούτα από ψηλά, βούτα με απόχη και όχι με α – μετοχή! Αρκεί να έχεις το κουράγιο και να έχεις πάρει τις κατάλληλες κι απαραίτητες ανάσες. Μη βουτάς συνέχεια...μην αυταπατασαι, δεν είσαι δελφίνι να χορεύεις ρυθμικά με το βυθό. Θα σε ρουφήξει και θα σε καταπιεί.  Είσαι Άνθρωπος και οφείλεις να σε αγαπάς και να σέβεσαι τη φύση σου. Να υποστηριζεις όλα όσα είσαι, με τις αδυναμίες και τις δυναμικές σου.


Δ' Καταγραφή, 12.11.2011



Ολοκλήρωση Α’ κύκλου

Εξαγνισμός, Συγχώρεση.
Θεωρηση παιδιού προς πατέρα μετά την απομυθοποίηση, και πατέρα προς παιδιού μετά την απώλεια.
Θεώρηση του κόσμου ως Τρίτο μάτι. Αντοχες για μία ακόμη ευκαιρία ή τιμωρία.
Ξανα επιλέγω αυτό που γνωρίζω. Το οικείο με τα ελαττώματά του.

Τα ποντίκια εκδιωχτήκαν, ο δήμαρχος αδίκησε, τα παιδιά εξαφανίστηκαν, τα φύλλα έπεσαν. Σαν να ολοκληρώθηκε  ένας κύκλος μία ιστορίας που μιλούσε για τη φυγή και την απώλεια, ανάλογα την οπτική από την οποία θεωρείς τα πράγματα. Αυτός που φεύγει και αυτός που βιώνει την απώλεια. Και η τιμωρία σε διττό ρόλο, αυτόν της αδικίας και αυτόν του «μαθήματος» μας τοποθετεί καθημερινά στη μία ή την άλλη πλευρά θεώρησης και θέασης  της φυγής  - απώλειας, της ζωής και του θανάτου.
Το ζήτημα είναι η πρόθεση. Το πόσο δίνεσαι κι αφοσιώνεσαι στο σκοπό σου, ανασύροντας κι επιστρατέυοντας όλα τα δικά σου μέσα κι εργαλεία. Εμείς τα διαλέγουμε αυτά ένα ένα. Κι ανάλογα την πρόθεση, μπροστά μας θα δούμε τα ανάλογα μέσα. Μπροστά μας βρίσκονται και τα μεν και τα δε, εμείς θα δούμε μόνο αυτά που μας ταιριάζουν.

Ο Δήμαρχος ήθελε να σώσει το χωριό του από το Κακό. Η πρόθεση του δεν ήταν απαραίτητα το Καλό, αλλά ο εκδιωγμός του Κακού. Ο Αυλητής του άπλωσε το χέρι για να τον βοηθήσει. Η πρόθεσή του ήταν να φέρει το Καλό. Όταν ο σκοπός επιτεύχθη ο Δήμαρχος αρνήθηκε να πληρώσει τον Αυλητή. Στην ουσία δε του έδωσε ποτέ το χέρι του. Απλά είχε θελήσει ο Άλλος να του το απλώσει. Γι’ αυτό και δεν αισθανόταν καμία υποχρέωση απέναντί του. Τον τιμώρησε, στρέφοντάς του την πλάτη στο χέρι που του απλώθηκε.

Τότε, ο Αυλητής τον τιμωρησε με τη σειρά του. Όμως η πρόθεσή του συνέχιζε να είναι το Καλό. Εξαφάνισε τα παιδιά του χωριού. Το αποτέλεσμα ήταν ο Δήμαρχος να βιώσει την απώλεια και να διδαχθεί μέσα από αυτήν.  Τα παιδιά μαζί με τον Αυλητη βίωσαν τη φυγή μέσα σε καταπράσινα λιβάδια, όπυ τρέξαν, κυλησθηκαν και γεύθηκαν τη χαρά και τη γλύκα της ξεγνοιασιάς κι ελευθερίας. Το εργαλείο του Αυλητή δεν ήταν τα παιδιά. Δεν πλήρωσαν εκείνα το τίμημα μίας άδικης πράξης επειδή αυτά βρέθηκαν μπροστά του. Το τίμημα το πλήρωσε ο Δήμαρχος που διέπραξε την αδικία. Εκείνος βίωσε την απώλεια, το φόβο, την άρνηση, την απόρριψη.

Εδώ έρχεται το τρίτο μάτι να θεωρήσει τα πράγματα από ψηλά. Να ανιχνεύσει τις σκέψεις που κυρίευσαν το Δήμαρχο- Πατέρα και το Παιδί «του».  Κάποιοι ένιωσαν το φόβο του παιδιού, πιστεύοντας πως εκείνο πλήρωσε για την αδικία. Κάποιοι άλλοι είδαν την απελευθέρωσή του και την ορμή του να παίξει και να χαρεί, από την εσωτερική δύναμη που διακατέχει πάντα τα παιδιά να συνεχίζουν, να τρέχουν και να γελούν.  Όσο για τον Πατέρα, όλοι βίωσαν μαζί του τον Πόνο, όπως κι αν εκφραζόταν αυτός.

Και η κρίση?

Ποιος μπορεί να δώσει δεύτερη ευκαιρία σε έναν ανθρωπο που έσφαλε τόσο πολύ; Ποιος μπορεί να του απλώσει το χέρι και να του πει πως «ποτέ δεν είναι αργα;»Την ημέρα της κρίσης το Τρίτο μάτι μπορεί να σε κηνυγήσει, να σε καταδιώξει για την απληστία και τον εγωισμό σου, μην αφήνωντάς σου άλλα περιθώρια διόρθωσης  και μετα – νόησης, όχι με τη συνηθισμένη της έννοια, αλλά με την κυριολεκτική. Τα μετα-νοήματα οφείλουν να είναι τροφή για σκέψη κι ενέργεια για το σήμερα και τις επιλογές του αύριο.
Σε κάθε περίπτωση, το Τρίτο μάτι, βρίσκεται μέσα μας. Δεν είναι άλλο από τη συνείδησή μας.

Στο εκατοστό χιλιοστό δάκρυ του Δημάρχου, ήρθε ο εξαγνισμός, η κάθαρση. Ο Αυλητής του χάρισε το πολύτιμο δώρο της Συχγώρεσης.  Η πρόθεσή του, έφτασε στον σκοπό της παραδίδοντας ένα μαθημα ζωής στο Δήμαρχο – Πατέρα, για το Καλό. Τότε, τα παιδιά επέστρεψαν κι εκείνος έφυγε ήσυχα μέσα σε μελωδίες και σιωπές.

Ο Δήμαρχος τότε αντίκρυσε ξανά, αλλά ίσως και για πρώτη φορά τον υιό του. Και το παιδί τον Πατέρα του.

Ο Πατέρας, μέσα από το βίωμα της απώλειας συνειδητοποίησε ίσως το πόσο θα πρέπει να διαφυλάσσουμε ότι αγαπάμε ειλικρεινά. Ήρθε πιο κοντά στο παιδί του, αγάπωντας το ξανά και ξανά. Εκτίμησε το πολύτιμο της παρουσίας του μέσα από την απουσία του.

Το Παιδί, όμως, με τι μάτια είδε τον Πατέρα του αυτή τη φορά; Τον αναγνώρισε ; Μέχρι χθες ο Πατέρας ήταν στο βάθρο που με τη φαντασία του είχε φτιάξει το παιδί, έτοιμος να αντιμετωπίσει τα πάντα, δυνατός και αλάνθαστος, πάντοτε Εκεί. Όταν το βάθρο γκρεμίστηκε μπροστά στα παιδικά του μάτια και ο Πατέρας βγήκε από το μύθο, αποκτώντας σάρκαι και οστά, όπως όλοι οι άλλοι γύρω του, τι ένιωσε;  Ουσιαστικά, η προσγέιωση δεν ήταν για τον Πατέρα, αλλά για το ίδιο.

Εικονικές πραγματικότητες που όλοι φτιάχνουμε με κόπο και φαντασία, βάζοντας τους τα πολυτιμότερα αγαθά και τα πιο χρωματιστά στολίδια, για να μπούμε μέσα τους. Κι όταν η εικόνα σπάει σε χίλια κομμάτια και μένει μόνο η πραγματικότητα, υπάρχουν δύο δρόμοι. Να μαζέψουμε ένα ένα τα σπασμένα για να την ξαναφτιάξουμε, γιατί αυτή γνωρίζαμε έως τώρα κι έστω και σπασμένη μας είναι αρκετή γιατί είναι οικεία. Ο άλλος δρόμος είναι να αφήσουμε τα κομμάτια κάτω και να βρούμε τα χρώματα της Αλήθειας που κι αυτά μπορούν να είναι ή να γίνουν φανταχτερά.

Η επανάληψη μίας επιλογής, άραγε, κρύβει μέσα της την αποδοχή ή την ανασφάλεια προς κάτι ανοίκειο και ξένο;



Τετάρτη 16 Νοεμβρίου 2011

Εικόνες...

Από την παρουσίαση του βιβλίου "Παιδαγωγική του θεάτρου", του Σίμου Παπαδόπουλου που πραγματοποιήθηκε στις 4/11/2011 στο θέατρο Αλκμήνη - Άκης Δαβής.





Γ' Καταγραφή, 22/10/2011



Ήταν πολύ νωρίς το πρωί όταν άκουσα την πόρτα. Κάποιοι είχαν έρθει… πάλι! Δε μας αφήνουν σε ησυχία ούτε ένα weekend! Αισθάνθηκα το τράνταγμα από τα βήματά τους και μετά φως πέρασε μέσα από τις χαραμάδες. Ο ύπνος μου είχε πάει περίπατο ακόμη μία φορά…

Αργότερα ήρθαν κι άλλοι και γέμισε η ταράτσα του σπιτιού μας κόσμο! Ήταν όλοι ντυμένοι στα λευκά. «Να δεις που ξέφυγαν από κάποιο ίδρυμα», είπε η μαμά μου, την ώρα που μουρμούριζε για το θόρυβο που της χαλούσε της ασκήσεις γιόγκα που κάνει συνήθως αυτές τις ώρες.

Κάποιος φαινόταν να τους καθοδηγεί –περίεργη αγέλη πάντως. Στην αρχή έπιασαν όλοι ένα πανί και του άλλαζαν πλευρές, όμως δεν μπορούσαν να βρουν ποια ήταν η καλή. Δίκιο είχε η μαμά που είπε ότι είναι από ίδρυμα! Αφού τελικά δε βρήκαν άκρη με το πανί τους, το άφησαν και έκαναν ένα μεγάλο τετράγωνο. Εκεί άλλαζαν θέση ο καθένας με τον ακριβώς απέναντί του και αφού είδαν ότι τους άρεσε αυτό, πρόσθεσαν και λόγια στην κίνησή τους. Έλεγαν κάτι καταπληκτικές κουβέντες στο ζευγάρι τους και μετά του χάριζαν κάτι εξίσου καταπληκτικό, όμως από το σημείο που βρισκόμουν, δεν κατάφερα να δω κανένα δώρο! Το καλό ήταν ότι από την ώρα που ήρθαν, είχε αρχίσει να ζεσταίνεται ο χώρος.[1]

Στάθηκε δίπλα μου η μαμά, κοιτώντας τους με απορία. «Θα απλώσουν και τα ρούχα τους τώρα στην ταράτσα μας;», είπε μόλις είδε ότι είχαν πάρει όλοι μερικά μανταλάκια και τα είχαν κρεμάσει πάνω τους. Όμως όχι, δεν ήταν αυτό! Ξαφνικά άρχισαν να τρέχουν γύρω-γύρω, προσπαθώντας να κλέψουν από τους άλλους τα μανταλάκια τους και τη δεύτερη φορά να ξεφορτωθούν αυτά που είχαν! Μερικοί επιδέξιοι γέμισαν τις τσέπες τους καλά, ενώ άλλοι με κουκούλες την πάτησαν γερά! Όλοι έκαναν μια τούμπα στο πανί κι άφησαν τα μανταλάκια με σειρά.[2]

Μετά από τόση κούραση, προσπάθησαν να μπουν πάλι σε κύκλο πλησιάζοντας το κέντρο του και κάνοντας βήματα πίσω, ώσπου τα κατάφεραν τελικά και κάθισαν κάτω. Άρχισε ένα παραμύθι και σκέφτηκα πως ήταν ώρα να βρω το χαμένο μου ύπνο. Όμως δεν ήταν παραμύθι, ήταν ιστορία τρόμου με ποντίκια, που ένας κακός αυλητής τα έπνιξε! Έκλεισα τα αυτιά μου για να μην ακούσω περισσότερα. Από το θόρυβο συνειδητοποίησα ότι είχε τελειώσει η κακόγουστη ιστορία. Είχαν όλοι γονατίσει στο έδαφος και έκαναν τα ποντίκια!! Άσπρα και μαύρα ποντίκια, καλά και κακά, εκτός και εντός μιας πόλης. Ας τους πει κάποιος παρακαλώ ότι οι μουρίτσες μας δεν είναι τόσο άσχημες! Μετά έκαναν του ανθρώπους  της ίδιας πόλης και έλεγε ο καθένας την ιστορία του, ενώ στη συνέχεια κάποιοι έγιναν ξανά ποντίκια και οι υπόλοιποι (όχι όλοι όμως) τους έδιωχναν. Έτσι για να δουν λίγο πώς είναι να σε θεωρούν παρείσακτο! Από εκείνη τη στιγμή συμπάθησα πολύ εκείνον τον κύριο που έδινε τις οδηγίες[3].

Πάνω που είχα πιστέψει ότι έφυγαν και βγήκα λίγο να παίξω, επέστρεψαν! Κρύφτηκα γρήγορα πίσω από μια τσάντα στο πάτωμα! Έφεραν δύο καρέκλες για να καθίσει ο δήμαρχός τους κι εκείνος ο φονιάς ο αυλητής από την τρομακτική ιστορία[4].  Αφού τα βρήκανε καλά-καλά μεταξύ τους για τον τρόπο που θα μας αφανίσουν, σαν να μη μας έφτανε ο ένας πολιτικός, βγήκε μία άλλη δήμαρχος να κάνει δηλώσεις. Απαντούσε σε ερωτήσεις λες και βρισκόταν σε συνέντευξη τύπου[5]!

Νομίζω πως δεν τα είπε και πολύ καλά η δεύτερη δήμαρχος, γιατί χωρίστηκαν σε τρεις διαφορετικές ομάδες και έβγαλε κάθε ομάδα το δικό της δημοτικό συμβούλιο. Αυτά τα πολιτικά τα ξέρω εγώ, γιατί στο προηγούμενο σπίτι μας, η συνταξιούχος γιαγιά από πάνω, έβλεπε κάθε πρωί κάποιον με μεγάλα αφτιά που τα εξηγούσε. Τα δημοτικά συμβούλια πάγωσαν σαν να ήταν σε κορνίζα[6]! Μετά από ένα άγγιγμα, στο πρώτο δημοτικό συμβούλιο, έλεγε ο καθένας ποιος ήταν και σε ποια θέση είχε εκλεγεί. Στο δεύτερο απαντούσαν μόνο όταν τους ρωτούσαν κάτι, ενώ στο τρίτο είπαν λίγο περισσότερα πράγματα για τον εαυτό τους.[7]

Τότε τα φώτα έσβησαν και έμειναν δύο μέλη στο κέντρο να λένε ιστορίες του δρόμου και να αναζητούν τον εαυτό τους[8]. Όλοι πήραν μια θέση κοντά τους. Ένιωθα τη ζεστασιά των σωμάτων τους καθώς αγγίζονταν ο ένας με τον άλλο και μετέδιδαν απίστευτη ενέργεια, δημιουργώντας τελικά έναν κύκλο, όπου στο κέντρο του  καθένας ακούμπησε ένα κομμάτι από την ψυχή του.

Δεν ήταν κακοί τελικά αυτοί οι λευκοί ποντικάνθρωποι…




[1] Παιχνίδια και ασκήσεις, Σωματική κίνηση και έκφραση
[2] Παιχνίδια και ασκήσεις, Σωματική κίνηση και έκφραση
[3] Δραματοποιημένη αφήγηση
[4] Ημιδομημένος αυτοσχεδιασμός
[5] Έρευνα, Η καρέκλα των αποκαλύψεων-Συνέντευξη
[6] Εικονική, εκφραστική αναπαράσταση, Παγωμένη εικόνα
[7] Στοχαστική διευρεύνηση, Ανίχνευση σκέψης και κοινωνικής κατάστασης
[8] Αυτοσχεδιασμός, Παιχνίδι ρόλου, Συνάντηση

Β' Καταγραφή, 8/10/2011


Η δεύτερη συνάντηση της ομάδας είχε ως θεματικό πυρήνα την αφόρμηση από ένα λογοτεχνικό κείμενο. Ακούστηκαν «Η τρελή ροδιά» και το «Μονόγραμμα» του Οδυσσέα Ελύτη. Η δράση πραγματοποιήθηκε μέσα από παιχνίδια σωματικής κίνησης και έκφρασης, χαλάρωσης, παρατηρητικότητας και συγκέντρωσης της προσοχής.
Σωματική κίνηση και έκφραση
·        Κινούμαι και δείχνω το συναίσθημά μου
Οι συμμετέχοντες άρχισαν να κινούνται στο χώρο κυκλικά ή διασχίζοντάς τον κάθετα και διαγώνια. Μετά από ερέθισμα του εμψυχωτή κάθε παίκτης «πάγωνε» την κίνησή του και έβγαζε έναν ήχο με φωνήεν. Στη συνέχεια το φωνήεν «ντυνόταν» και εκφραστικά με θαυμασμό, απορία κ.τ.λ.
·        Ο διαφορετικός
Στη συνέχεια υπήρξε μια άσκηση συντονισμού της ομάδας, όπου κάποιος με ισχυρή θέληση, όπως επεσήμανε ο εμψυχωτής, έμενε ακίνητος, ενώ οι υπόλοιποι κινούνταν. Όποτε αποφάσιζε να κινηθεί, τη θέση του έπαιρνε αυτοματα κάποιος άλλος. Το ίδιο έγινε και αντίστροφα (όλοι ήταν ακίνητοι και ένας κινούταν).
  Χαλάρωση, παρατηρητικότητα, συγκέντρωση προσοχής
  • Πηδώ ή μπλοφάρω
Οι παίκτες χωρίστηκαν σε ζευγάρια παρακολουθώντας ο ένας την κίνηση του άλλου. Με εναλλαγή ρόλων ο ένας προσπαθούσε να παρασύρει τον άλλον σε μια κίνηση (κλοτσιά, κουτσό κ.τ.λ.) που άλλοτε γινόταν και άλλοτε όχι.
  • Παρατηρώ το ταίρι μου
  Στην πορεία τα ζευγάρια όρθια με τη συνοδεία μουσικής κινούνταν    ελεύθερα στο χώρο, χωρίς να χάνουν οπτική επαφή με το ταίρι τους.  Μετά από παρότρυνση του εμψυχωτή η δραστηριότητα επαναλήφθηκε  με     τα ζευγάρια να μπουσουλούν στο πάτωμα. 
  • Ψάχνω το ταίρι μου
Τα ζευγάρια, όρθια και κοιτάζοντας ο ένας τον άλλον, επέλεξαν μαζί ένα διακριτικό ήχο ή φώνημα. Κατόπιν έκλεισαν τα μάτια και ο εμψυχωτής τους άλλαξε θέση, στρέφοντάς τους προς άλλη κατεύθυνση ή μετακινώντας τους διακριτικά. Κατόπιν άρχισαν να αναζητούν το ταίρι τους κινούμενοι ψηλαφητά και ψυθιρίζοντας τον δικό τους ήχο. Μόλις το εντόπισαν, περίμεναν να ανιχνευθούν όλα τα ζευγάρια και αφού άνοιξαν τα μάτια αντάλλαξαν συναισθήματα και σκέψεις.
Σωματική κίνηση και έκφραση
·        Αέρινο
Οι παίκτες, διαλύοντας τα ζευγάρια τους άρχισαν να κινούνται στο χώρο με τη συνοδεία μουσικής. Αφού βρήκαν το νέο τους ταίρι, ο ένας μεταμορφώθηκε σε άνεμο και με το απαλό του φύσημα (πνοή ή κίνηση) έσπρωχνε πολύ μαλακά τον άλλον αλλάζοντας τη θέση και τη στάση του σώματός του. Ο συμπαίκτης που δεχόταν το νοερό φύσημα, αισθανόταν την έντασή του και μετακινούσε το σώμα του περισσότερο ή λιγότερο. Το ίδιο επαναλήφθηκε και με την αντιστροφή ρόλων. Τέλος οι δύο συμπαίκτες συζήτησαν για το πώς ένιωσαν μέσα από αυτή τη δραστηριότητα.
Με αφόρμηση οπτικά ερεθίσματα
·        Εικονική, εκφραστική αναπαράσταση – Παγωμένη εικόνα
Οι παίκτες, αφού κάθισαν κάτω αφέθηκαν στη γοητεία των εικόνων με τοπία της Ελλάδας (ήλιος-θάλασσα-νησί). Εξέφρασαν ελεύθερα τις σκέψεις και τα συναισθήματά τους είτε με λόγια είτε με κίνηση ακόμη και «μπαίνοντας» μέσα στην εικόνα. Ταυτόχρονα ακουγόταν μουσική από πιάνο, που έπαιζε η Ίνα.
Κατόπιν οι συμμετέχοντες χωρίστηκαν σε ομάδες και επέλεξαν μια εικόνα για να ζωντανέψουν.
Η πρώτη ομάδα χρησιμοποιώντας πανιά και κατάλληλη μουσική αποτύπωσε ένα ηλιοβασίλεμα σε μια ακροθαλασσιά. Ένα ιστιοπλοϊκό αρμένιζε στα ανοιχτά με τον καπετάνιο και το πλήρωμα και μια γοργόνα έπαιζε ρακέτες με τους λουόμενους. Ο εμψυχωτής παρότρυνε τους θεατές να εμπλακούν ενεργητικά στην εικόνα, κάνοντας ερωτήσεις στους ήρωες ζητώντας τους να εκφράσουν τις σκέψεις τους. (Στοχαστική διερεύνηση – ανίχνευση της σκέψης και της κοινωνικής κατάστασης)
Η δεύτερη ομάδα επέλεξε την εικόνα ενός λευκού μενεξέ που ανθίζει και μιας μέλισσας που παίρνει τη γύρη του. Ο εμψυχωτής δεν έκανε καμία παρέμβαση στη συγκεκριμένη σκηνή, η οποία αποτελούσε μια μορφή έκφρασης και κίνησης.
Η τρίτη ομάδα δραματοποίησε τη σκηνή ενός γάμου σε ένα μικρό εξωκκλήσι. Με την ομάδα αυτή ο εμψυχωτής έδειξε την τεχνική του παγώματος της εικόνας και του θεάτρου Φόρουμ. Ένας θεατής «μπήκε» στην εικόνα και έγινε ηθοποιός τροποποιώντας τη δράση.
Η τέταρτη ομάδα δημιούργησε μια σκηνή ναυαγών σε ένα νησί, όπου οι «ντόπιοι» τους έσωσαν από τα ζώα που απειλούσαν τη ζωή τους. Σιγά σιγά όλοι οι θεατές μπήκαν στην εικόνα με κίνηση, ενώ ο εμψυχωτής άρχισε να διαβάζει το ποίημα «Η τρελή ροδιά».
Με αφορμή λογοτεχνικό κείμενο
Οι συμμετέχοντες είχαν «παγώσει», ενώ η ανάγνωση συνεχίστηκε από μια παίκτρια. Κατόπιν το βιβλίο περνούσε από χέρι σε χέρι και κάθε παίκτης διάβαζε στην αρχή ένα στίχο και μετά μια μόνο λέξη.
Στη συνέχεια ακούστηκε το «Μονόγραμμα», ενώ οι συμμετέχοντες κινούνταν ελεύθερα στο χώρο εκφράζοντας με κίνηση τα συναισθήματά τους, στην αρχή ατομικά και στην πορεία σε ζευγάρια και ομάδες, οι οποίες τελικά «έχτισαν» ένα γλυπτό με τα σώματά τους. Ένα ρόδι άλλαζε συνεχώς χέρια (χαλάρωση, παρατηρητικότητα, συγκέντρωση προσοχής- δημιουργώντας την αίσθηση).
Η συναισθηματική φόρτιση της ομάδας για πρώτη φορά κορυφώθηκε.
·        Βγαίνω στο κέντρο του κύκλου και εκφράζομαι
Οι παίκτες σχημάτισαν κύκλο που στη μέση του υπήρχε ένα πανί. Κάθε παίκτης έβγαινε στο κέντρο και αξιοποιώντας το πανί όπως επιθυμούσε, έλεγε αυτό που ένιωθε ή που ήθελε μετά από το άκουσμα του «Μονογράμματος». Η συνάντηση έκλεισε με αυτόν τον τρόπο, ενώ ο εμψυχωτής υπενθύμισε στους συμμετέχοντες τον χώρο και τον τόπο που έλαβαν χώρα τα προαναφερθέντα γεγονότα.

Α' Καταγραφή, 24/09/2011





Από το ημερολόγιο ενός ....  ταξιδιωτικού σάκου
Ήταν Σάββατο, 24 Σεπτέμβρη. Βρισκόμουν στο κέντρο μιας σκηνής θεάτρου και περίμενα ανυπόμονα να αρχίσουμε. Ήμουν στο στοιχείο μου. Πάνω σε σανίδι, όπως σε κατάστρωμα, έτοιμος για ταξίδι. Επιτέλους, ο Σίμος έδωσε το σήμα και καμιά εικοσαριά άνθρωποι (γυναίκες στην πλειονότητά τους,  ελάχιστοι άντρες) ανέβηκαν στη σκηνή και με πλαισίωσαν. Φορούσαν άσπρα οι περισσότεροι, υπήρχαν όμως και δυο-τρία «μαύρα πρόβατα». Ο Σίμος, λευκοντυμένος και ο ίδιος, τους καλωσόρισε με τον τρόπο του και τους προέτρεψε να κοιτάξουν το χώρο γύρω τους. Έριξα κι εγώ μια ματιά : Σκούρα χρώματα, μαύρο-γκρίζο, ξύλο και ασοβάτιστοι τοίχοι. Η τετράγωνη μαύρη σκηνή έχει μια κάθετη λευκή γραμμή κι ένα λευκό πλαίσιο- χνάρια προφανώς κάποιας παράστασης. Η μικρή αμφιθεατρική πλατεία, εβδομήντα θέσεων περίπου, στριμώχνεται προς τα δεξιά –όπως κοιτάμε- αφήνοντας διάδρομι στ’ αριστερά της. Ο χώρος έχει κάτι το τραχύ και ακατέργαστο, χωρίς όμως να μοιάζει αφιλόξενος ή ασφυκτικός. Αντίθετα, είναι ζεστός, «συνομωτικός» και γεμάτος ενέργεια. Αρκετά όμως με την περιήγηση. Όπως είπε και ο Σίμος, το ζήτημα του χώρου θα μας απασχολήσει ίσως ξανά προς το τέλος του ταξιδιού μας.

Οι μαθητευόμενοι εμψυχωτές  προσπάθησαν, με την παρότρυνση του Σίμου, να σχηματίσουν κύκλο γύρω μου. Ποιος είπε ότι είναι εύκολο; Στη συνέχεια, με πλησίασαν, με άγγιξαν, με σήκωσαν ψηλά και με άφησαν να πέσω ...(άουτς!). Άρχισαν να κινούνται ελεύθερα τριγύρω μου μαντεύοντας με μια λέξη το περιεχόμενό μου. Υφάσματα- είπαν οι παλιοί, που ξέρουν. Άλλοι είπαν χρώματα, μουσική, βιβλία, ρούχα, επιθυμίες, κ.α. Ένιωσα περηφάνεια, αλλά και κάποια αμηχανία, που όλοι αυτοί οι άνθρωποι προσπαθούσαν  να εντρυφήσουν στον ... εσωτερικό μου  κόσμο!

Στη συνέχεια, κάθε μαθητευόμενος παροτρύνθηκε να φανταστεί και να αφηγηθεί στην ομήγυρη μια ιστορία σχετική με την αφεντιά μου και τα κρυμμένα μου μυστικά. Κάποια έβγαλε από μέσα μου ολόκληρη φανταστική ορχήστρα κι έπαιξε μουσική! Δύο μαθητευόμενοι ξεκίνησαν να μιλούν ταυτόχρονα, κατά παράβαση του κανόνα που είχε τεθεί. Ο Σίμος το άφησε να εξελιχθεί, δίνοντας ένα παράδειγμα αξιοποίησης του τυχαίου. Έτσι, γύρω από μια αρχική υπόθεση, ότι και καλά μέσα μου έκρυβα άπλυτα ρούχα από τις καλοκαιρινές διακοπές, αναπτύχθηκε ένας αυτοσχεδιαστικός διάλογος ανάμεσα σ’ έναν άνδρα και  μία γυναίκα, προφανώς ζευγάρι. Όταν κάθησαν πάνω μου πλάτη με πλάτη και άρχισαν να διαπραγματεύονται αναπτύσσοντας τη σύγκρουσή τους, ένιωσα να αναβαθμίζομαι. Δεν ήμουν πια ένας απλός σάκος , αλλά ένα θεατρικό αντικείμενο, ένα «είδος φροντιστηρίου», όπως έχω ακούσει να λένε. Το επεισόδιο έληξε με το συναινετικό άνοιγμα του φερμουάρ μου, στο ρυθμό μιας παιχνιδιάρικης τζαζ μουσικής. Η ομάδα με πλησίασε, κάποια χέρια ελευθέρωσαν από μέσα μου ένα λευκό πανί, κι εγώ αποσύρθηκα σε μια γωνιά, απ’ όπου μπορούσα να βλέπω και να καταγράφω καλύτερα.

Το πανί τεντώθηκε και οι μαθητευόμενοι το κράτησαν για λίγο στο ύψος του λαιμού, έτσι που έβλεπα μόνο τα πρόσωπά τους να ανταλλάσσουν ματιές. Ήταν καιρός να γνωριστούμε καλύτερα. Ακολουθώντας την κίνηση του Σίμου, το πανί τεντώθηκε ψηλά πάνω απ’ τα κεφάλια τους, και οι μαθητευόμενοι μεταμορφώθηκαν, θέλοντας και μη, σε ... Άτλαντες! Ένας- ένας έμπαιναν κάτω από το θόλο του ουρανού και συστήνονταν, λέγοντας το όνομά τους και ό,τι άλλο δικό τους ήθελαν να μοιραστούν με την ομήγυρη- μια σκέψη, ένα συναίσθημα, μια είδηση, ένα μυστικό... Τελευταίος συστήθηκε ο Σίμος, συνοδεύοντας τη δήλωσή του με μια κυκλική κίνηση ώστε να απευθύνεται εξίσου σε όλα τα μέλη της ομάδας. Λίγο πριν καταρρεύσει το στερέωμα, οι «Άτλαντες», με φανερή ανακούφιση, εγκατέλειψαν τον «άθλο» τους και το πανί στρώθηκε στο έδαφος.

Στη σύντομη ανάπαυλα που ακολούθησε, ο Σίμος μίλησε για τις έννοιες πάνω-κάτω,  για τα επίπεδα στο χώρο και την αξιοποίησή τους στο θεατρικό παιχνίδι και την εμψύχωση, για την ευελιξία που οφείλει να διαθέτει ο εμψυχωτής και για την προσοχή που απαιτείται να δείχνει, ιδίως όταν απευθύνεται σε παιδιά, ώστε να μην μπλοκάρει τον αυθορμητισμό και τη δημιουργικότητά τους.
Οι μαθητευόμενοι, φανερά χαλαρωμένοι πια, άρχισαν να κινούνται ελεύθερα στο χώρο και να συστήνονται, Στην αρχή, έλεγαν το όνομά τους σε όποιον συναντούσαν και του απεύθυναν κάποιο χαιρετισμό. Μετά, έπρεπε να πουν το όνομα εκείνου που συναντούσαν. Αν δυσκολεύονταν, ο άλλος τους έκανε διακριτικά «υποβολείο».

Όταν ολοκληρώθηκε κι αυτή η δράση, το πανί αποσύρθηκε από τη σκηνή μ’ ένα παράδοξο τρόπο- σπρωγμένο από τα πόδια των μαθητευόμενων που πατούσαν πάνω του! Επανήλθε ως κουβάρι ή μπάλα ή φασκιωμένο μωρό ή κάτι τέτοιο και οι μαθητευόμενοι έπαιξαν με αυτό πετώντας το ο ένας στον άλλο, προσέχοντας μην πέσει χάμω, και φωνάζοντας συγχρόνως το όνομά τους. Το διασκέδασαν πολύ- κι εγώ μαζί τους.

Έπαιξαν κι άλλα παιχνίδια. Το «να μπει στον κύκλο όποιος...» (φοράει ρολόι, είναι ξυπόλητος, έχει παιδιά, έχει γενέθλια το Νοέμβρη, κλπ ). Στην αρχή τα παραγγέλματα τα έδινε ο Σίμος, και μετά ένας-ένας οι μαθητευόμενοι όταν τους άγγιζε στην πλάτη ο εμψυχωτής.

Σ’ ένα άλλο παιχνίδι, οι συμμετέχοντες έπρεπε να αλλάξουν θέση μεταξύ τους, στην αρχή σιωπηλά κι έπειτα αυτοσχεδιάζοντας ένα σύντομο διάλογο- ένα κουτσομπολιό και την αντίδραση που προκαλεί σε αυτόν που το ακούει. Στο επόμενο στάδιο, το παιχνίδι εξελίχθηκε σε διαγωνισμό ψεύδους και τερατολογίας. Καθένας έπρεπε να μπει στο κέντρο και να πει το μεγαλύτερο ψέμα όσο πιο πειστικά μπορούσε. Ακούστηκαν απίστευτα πράγματα! Ο εμψυχωτής μοιράστηκε με την ομάδα ένα στοχασμό για την αλήθεια, το ψέμα και τη σχέση τους με τη ζωή και το θέατρο, κι έδωσε στους μαθητευόμενους ολίγων λεπτών διάλειμμα.

Μετά το σύντομο διάλειμμα, ο Σίμος ενημέρωσε τους συμμετέχοντες για κάποια πρακτικά – και όχι μόνο- ζητήματα που αφορούν στο σεμινάριο, επιμένοντας στη σημασία της καταγραφής των συναντήσεων. Ήταν τόσο πειστικός που ακόμα κι εγώ αποφάσισα να κρατήσω ημερολόγιο!

Όπως κάθονταν στον κύκλο, ο εμψυχωτής έδωσε ένα διπλό σήμα, ηχητικό και κινησιολογικό, στη μαθητευόμενη που βρισκόταν στ’ αριστερά του, εκείνη το μετέδωσε στη διπλανή της και το σήμα έκανε το γύρο δυο φορές, την πρώτη φορά λειψό, τη δεύτερη ολόκληρο. Ο συντονισμός της ομάδας θέλει το χρόνο του...

Οι μαθητευόμενοι σηκώθηκαν αργά, παρατηρώντας κι ελέγχοντας την κίνησή τους, κι  έπειτα άρχισαν να κινούνται στο χώρο. Κάποια στιγμή, με προτροπή του εμψυχωτή, έσκυψαν και μάζεψαν από το έδαφος  ένα φανταστικό αντικείμενο. Το κράτησαν στα χέρια τους και με μάτια κλειστά προσπάθησαν να νιώσουν τον όγκο και την υφή του. Όταν τους άγγιζε ο Σίμος, δήλωναν την ταυτότητα του αντικειμένου και μιλούσαν γι αυτό. Στη συνέχεια, προσπάθησαν να μεταμορφωθούν στο αντικείμενο της επιλογής τους και να κινηθούν ανάλογα, ώσπου έπεσαν στο έδαφος.

Όταν σηκώθηκαν, μια δυνατή αφρικανική μουσική (έχω πάει στην Αφρική και ξέρω...) τους παρέσυρε σ’ ένα αυτοσχεδιαστικό χορό όπου συμμετείχε ολόκληρο το σώμα, σε μια προσπάθεια να καταλάβει όσο το δυνατόν περισσότερο χώρο. Συγχρόνως η ομάδα αναζήτησε την κοινή της  φωνή, καταλήγοντας σε μια ζωηρή, άναρθρη περιοδική κραυγή. Ο χορός εξελίχθηκε σ’ ένα παιχνίδι- δρώμενο, όπου οι μισοί μαθητευόμενοι περνούσαν μπουσουλώντας κάτω από τα πόδια των υπολοίπων, ενώ αυτοί προσπαθούσαν να τους τρομάξουν με φωνή και κίνηση. Όταν έσβησε η μουσική οι χορευτές είχαν λαχανιάσει. Άκουγα τις βαριές τους ανάσες κι έβλεπα το στήθος τους να ανεβοκατεβαίνει. Τα μάτια τους όμως έλαμπαν.

Ο εμψυχωτής έστρωσε στο κέντρο της σκηνής το γνωστό λευκό πανί και κάλεσε τον /την  πιο κουρασμένο/η να ξαπλώσει και να ξαποστάσει. Μια κοπέλα ανταποκρίθηκε στην πρόκληση και ο Σίμος την ενθάρρυνε να φανταστεί ποια είναι και πού βρίσκεται και να μιλήσει γι αυτό. Στη συνέχεια, ένας-ένας  οι μαθητευόμενοι έμπαιναν στη δράση και, υιοθετώντας κάποιο ρόλο συνέχιζαν την ιστορία ή της έδιναν μια διαφορετική κατεύθυνση. Μια αλεπού, η Ελένη της Τροίας, μια νοσοκόμα ψυχιατρείου και άλλα πολλά πρόσωπα συμμετείχαν στη δράση ή τη σχολίαζαν, πάντα όμως σε ρόλο. Τελικά τι ήταν αυτό που έβλεπα; Μια σκηνή στο δάσος, κάποιοι τρόφιμοι ψυχιατρείοιυ σε διάλειμμα ή μια ταινία για κάποιους τρόφιμους ψυχιατρείου που παριστάνουν ήρωες παραμυθιών και μύθων; Σα ρώσικη κούκλα...

Όταν όλοι είχαν μπει στη δράση, ο εμψυχωτής πάγωσε την εικόνα και τη σχολίασε με το μοναδικό του τρόπο, που δυστυχώς δε δύναμαι να αποτυπώσω με ακρίβεια. Έπειτα, έβγαλε από μέσα μου δύο μακρόστενα χρωματιστά υφάσματα και τα έριξε στους ώμους των μαθητευόμενων εμψυχωτών. Το κόκκινο πανί που επίσης έκρυβα στα «σπλάχνα» μου σκέπασε τα δύο κορίτσια στο κέντρο, σχηματίζοντας μια παλλόμενη καρδιά.

Ξαφνικά η καρδιά σταμάτησε να χτυπάει. Οι αυτόπτες μάρτυρες σχολίασαν το γεγονός, υπό την οπτική γωνία κάποιου ρόλου- ως γιατροί, κουρασμένες νοσηλεύτριες, αγωνιώντες συγγενείς... Η επιστήμη είχε σηκώσει τα χέρια, όταν κάποια ειδικευόμενη  ε... μαθητευόμενη ήθελα να πω.... πρότεινε εναλλακτική θεραπεία: Να δώσουν στην καρδιά ανάποδο παλμό, γιατί «μερικές φορές τα πράγματα δουλεύουν και αλλιώς», όπως είπε. Δεν πρόλαβε όμως να αναλάβει πρωτοβουλία, γιατί κάποια συνάδελφός της – σε ρόλο μωρού- γύρεψε τη μητρική της φροντίδα και η μαθητευόμενη διχάστηκε ανάμεσα στο γενικό καθήκον και το ειδικό. Τελικά διεκπεραίωσε, με φανερή ανυπομονησία,  το ειδικό και επέστρεψε δυναμικά στο γενικό. Στο μεταξύ, κάποιοι είχαν μπει κάτω από το κόκκινο πανί και προσπαθούσαν να δώσουν παλμό στην καρδιά. Τελικά τα κατάφεραν και η καρδιά επαναλειτούργησε, αν και κάπως άρρυθμα. Είπαμε, οι ομάδες θέλουν το χρόνο τους για να λειτουργήσουν πραγματικά...

Καθισμένοι σε κύκλο, οι μαθητευόμενοι ένωσαν τα χέρια τους και μοιράστηκαν την ενέργεια της στιγμής. Η συνάντηση πλησίαζε στο τέλος της. Τα φώτα χαμηλώσαν, οι μαθητευόμενοι ξάπλωσαν στο πάτωμα και ο εμψυχωτής τους αποχαιρέτησε, μιλώντας για την καρδιά της ομάδας, την καρδιά του κόσμου, την ενότητα και το χρόνο, με λόγια που δεν θα μπορούσα να επαναλάβω, εγώ ένας ταπεινός ταξιδιωτικός σάκος, που μου άρεσαν όμως πολύ, γιατί μου φάνηκαν γεμάτα καλοσύνη και αλήθεια.

  Καλό Ξημέρωμα!!!