Δευτέρα 10 Σεπτεμβρίου 2012

Ελατού 8-10.2012



17:00- 18.00. Τα ρολόγια των ανθρώπων επιμένουν στις 17:00. Άνθρωποι φορτωμένοι με τσάντες  και υπνόσακους από διαφορετικές κατευθύνσεις της Ιεράς Οδού. Ο Δημήτρης με τα λευκά ρούχα και παπούτσια και τα μαύρα γυαλιά. Η Σοφία με το αγόρι της μας κάνει και γελάμε στο πεζούλι αναμένοντας ανθρώπους. Τα νέα μέλη της <<Σιμορρίας>> . Παρατηρούμε όσους διαβάτες περνούν με βαλίτσες μήπως βρούμε κάποιο σημάδι ότι ανήκουν στην ομάδα. Πλησιάζω και γνωρίζω τον <<περιπτερά>>. Κάθομαι στο πεζούλι. Έρχεται η Λάουρα να μας αναστατώσει ευχάριστα με τη ζωηράδα της. Ο Σίμος. Ο οδηγός. Η γυναίκα του. Γυναίκες και  άντρες, φυσικά και ο Παντελής, μπαίνουν στο λεωφορείο άτακτα. Με άτακτο βήμα, άτακτη ματιά, άτακτες προσδοκίες.   
Ο Θανάσης θα ζητήσει τραχανά.  Ο Πολύκαρπος κάνει την εμφάνισή του. Το όνομά του έστω.
Μικρές-μικρές παρέες δημιουργούνται. Γελούν, χαλαρώνουν, αγγίζονται, γνωρίζονται. Αναρωτιούνται αν θα μάθουν τα ονόματα. Και δε θα τα μάθουν ποτέ. Θα τα εξερευνούν συνεχώς μέσα από τα βλέμματα, πίσω από τις θέσεις του λεωφορείου, τις κοινές δραστηριότητες, τα κοινά τοπία, τις κοινές εικόνες. Δύο βιβλία, του Σολωμού και του Σεφέρη, όπως και ένα έγγραφο με λόγια του Ηράκλειτου μας συνοδεύουν στο ταξίδι. Πού και πού τα ονόματα των συγγραφέων βγαίνουν από τα χείλη των επιβατών.
Ο Αλέξιος θα μας βρει στο Ρίο. Ήσυχος και ταπεινός. Πρώτη εντύπωση.
H κρυμμένη αρμονία είναι καλύτερη της φανερής”
Το καράβι που φλερτάρει με τη γέφυρα και τον ήλιο που δύει. Εμείς με τις φωτογραφικές και τα μάτια ανοιχτά προσπαθούμε να κρατήσουμε απόδειξη ότι ήμασταν εκεί, στην ερωτική αυτή συνάντηση. Οι μικρές παρέες σιγά-σιγά γίνονται μεγαλύτερες.
“ Ό,τι μεταβάλλεται ξεκουράζεται”
Το ταξίδι με το καράβι έλαβε τέλος. Όταν τα πόδια στη γή πατούν τα πρόσωπα φαίνονται αλλιώς. Όχι για πολύ. Μόνο για να μπούμε στο λεωφορείο ξανά. Το ταξίδι συνεχίζεται.
            Στάση στη Ναύπακτο. Άλλοι παγωτό , άλλοι κρέπα, άλλοι σουβλάκι. Η Ντόρα όμορφη και χαρούμενη με το γλυκό της χαμόγελο. Η Ειρήνη και η Νίκη, για  ολόκληρα λεπτά χαζεύουν το άγαλμα του Μιγκέλ ντε Θερβάντες και αναρωτιούνται αν είναι αυτός που έχουν κατά νου. Ανήκει σε αυτόν που έχουν στο μυαλό εκείνο το πεσμένο αριστερό χέρι; Ο Αλέξιος, σοφός στις απαντήσεις του, θα δώσει την απάντηση. Άλλοι στη θάλασσα, άλλοι στο κάστρο άλλοι στη πλατεία.
Το ταξίδι συνεχίζεται. Το σκοτάδι κρύβει τα πρόσωπα. Τα χέρια τυλίγονται στις θέσεις του λεωφορείου σα φιλντισένια φίδια που ψάχνουν τσέπες για να χωθούν.
“Ένας και κοινός ο κόσμος για τους αφυπνισμένους οι κοιμισμένοι όμως ζουν το δικό τους κόσμο”
23:00. Άφιξη. Το ξενοδοχείο “ Η Ελατού ”.Ο Πολύκαρπος. Τα δωμάτια. Τα άσπρα στρωμένα τραπέζια. Το βραδινό. Ο τραχανάς του Θανάση. Ο Πολύκαρπος μας κοιτά, μας απευθύνεται, μας προσφέρει.
Νύχτα στις 8 Ιουνίου 2012. Πρώτος ο Μιχάλης. Ανά πέντε μέτρα απόσταση ο καθένας. Σα σμήνος πουλιών που προσγειώθηκαν στη γή αλλά περπατούν στην ίδια διάταξη. Ο ρυθμός των βημάτων γίνεται κομμάτι της φύσης. Ξεχνούμε ότι μας ανήκουν και τα ακούμε σαν να μην έρχονται από εμάς. Σταματάμε και ακούμε. Αφουγκραζόμαστε. Παρατηρούμε το περιβάλλον αλλά και εμάς και τους άλλους. Αναπνέουμε σε πολλά στάδια. Παρατηρούμε την αναπνοή. Παρατηρούμε τα σημεία του σώματός μας με τη σκέψη μας. Η αναπνοή μας κινεί τα μέλη.

“Στο πύργωμα του θόλου ανέλεης νύχτας
πατούνε οι έννοιες και οι χαρές διαβαίνουν
με το γοργό κροτάλισμα της μοίρας
πρόσωπα ανάβουν λάμπουν μια στιγμή
και σβήνουνται σ’ ένα σκοτάδι εβένου”
                                                                                                Στέρνα, Σεφέρης
Τα δέντρα. Ο ορίζοντας. Τα βουνά. Οι σκιές. Η φύση αλλάζει. Εμείς αλλάζουμε. Κάτι μένει. Κάτι υπάρχει.

“Ό,τι μεταβάλλεται ξεκουράζεται”
03:00 Επιστροφή.

“Πολλοί  ν’  οι δρόμοι πωχει ο νους”
                                                LVI. , Ελεύθεροι Πολιορκημένοι, Σολωμός

07.00. Ξύπνημα. Με αργούς ρυθμούς. Με πολύ αργούς ρυθμούς. Γυμναστική με το Μιχάλη στην αυλή του ξενοδοχείου. Με κατεύθυνση στην Ανατολή. ΧΑ ΧΑ ΧΑ ΧΑ ΧΑ ( όσοι ήταν εκεί θα καταλάβουν ).
Πρωινό.
12.30 Πρωινή δραστηριότητα στο βουνό. Σκαρφάλωμα. Μιλάμε με << ε >>. Κάθε ένας και διαφορετικό τρόπο ανάβασης. Και κατάβασης. Το πρώτο ατύχημα. Δυστυχώς όχι το τελευταίο.
Πεζοπορία στο φαράγγι της Αμπελακιώτισσας. Μια στάση στο κέντρο υγείας πρώτα. Η πεζοπορία δυστυχώς χωρίς τον Πανσεληνά.
Το κουφάρι του τροχόσπιτου.
¨Όχι εμένα αλλά το λόγο αφού ακούσετε ομολογείστε σοφά ότι το ένα είναι τα πάντα ”

Η φύση. Τα δέντρα. Τα μανιτάρια. Οι πέτρες. Τις φράουλες, κόκκινες-κόκκινες, η Δόμνα μάζεψε και μας μοίρασε. Το κελάηδημα των πουλιών. << Παρατηρώντας το φυσικό τοπίο μπορείς να καταλάβεις την ιστορία του>>, θα πεί ο Αλέξιος.  Η φύση. Τα δέντρα. Τα μανιτάρια. Οι πέτρες. Οι φράουλες. Το κελάηδημα των πουλιών. Η στάση. Το τραγούδι του καλίμπα.

“ Χείλια, φρουροί της αγάπης μου που ήταν να σβήσει
χέρια, δεσμά της νιότης μου που ήταν να φύγει
χρώμα προσώπου χαμένου κάπου στη φύση
δέντρα… πουλιά… κυνήγι…”
Ρίμα, Σεφέρης
            Η πορεία συνεχίζεται, Η κούραση εμφανίζεται. Η δίψα επίσης. Φθάσαμε στο γεφύρι πάνω από το ποτάμι. Κοιτούμε το ποτάμι αλλά δεν είμαστε σίγουροι αν μπορούμε να κατέβουμε. Το μονοπάτι έχει καταστραφεί. Ο Μιχάλης, ο Δημήτρης και η Δόμνα οι πιο τολμηροί δοκιμάζουν να κατέβουν. Ακολουθούν και άλλοι. Σιγά-σιγά όλο και πιο πολλοί. Ο Παντελής μας κοιτά από το γεφύρι. Βάζουμε τα πόδια μας νερό. Ο Θανάσης δίχως να χάσει λεπτό βουτά στα νερά του. Μαζί του ακολουθούν ο Μιχάλης, η Αγγελική, η Νίκη, ο Δημήτρης και η Δόμνα. Μαζί τους έκαναν βουτιά το παπούτσι και τα γυαλιά του Δημήτρη με τη βοήθεια της Νίκης. Ο Θανάσης βρήκε το καταρράκτη. Σώματα ημίγυμνα στο νερό με τα κουνούπια του ποταμού που περπατούν στην επιφάνειά του να είναι οι οικοδεσπότες. Οι άνθρωποι κοιτιούνται και μοιράζονται γελώντας την απόλαυση της στιγμής.  Χαίρονται το απρόοπτο της δυσκολίας, το ρίσκο της κατάβασης, τη μοιρασιά της ευχαρίστησης.
            Γυρισμός. Οι πέτρες γλιστρούν. Ντυνόμαστε βιαστικά. Στην αρχή χωρίς επιτυχία καθώς κάποιοι βάζουν τα ρούχα ανάποδα αλλά στην επόμενη προσπάθεια τα καταφέρνουν.

“ Στα ίδια ποτάμια μπαίνουμε και δε μπαίνουμε, και είμαστε και δεν είμαστε ίδιοι”

            Επιστροφή.
  “ Εφάρμωσε εις την πνευματικήν μορφή την ιστορία του φυτού, το οποίον αρχινάει από το σπόρο, και γυρίζει εις αυτόν, αφού περιέλθη, ως βαθμούς ξετυλιγμού, όλαις ταις φυτικές μορφές, δηλαδή τη ρίζα, τον κορμό, τα φύλλα, τα άνθη, και τους καρπούς. Εφάρμοσέ την, και σκέψου βαθειά την υπόστασιν του υποκειμένου, και τη μορφή της τέχνης. Πρόσεξε ώστε τούτο το έργο να γένεται δίχως ποσώς να διακόπτεται.”
                                    Σολωμός, Στοχασμοί
            Σε ένα σημείο του δάσους όπου δέντρα και σωρός από άσπρες πέτρες δημιουργούν φυσική σκηνή ο Σίμος ζητά από τα άτομα που βούτηξαν στο ποτάμι να κάνουν ένα αυτοσχεδιασμό με δύο φάσεις: α) Πώς μας έβλεπαν όσοι δε μπήκαν στο ποτάμι και β) πώς νιώθαμε εμείς μέσα στο ποτάμι.
Ο δρόμος της επιστροφής συνεχίζεται. Ο Αλέξιος μας μιλά για τα πουλιά και το κελάηδημά του κοκκινολαίμη.
Στο ίδιο σημείο ο Πανσεληνάς, ο οδηγός και η γυναίκα του λένε ακόμα ανέκδοτα. Ο Πολύκαρπος καταφθάνει για ενισχύσεις. Ο δρόμος του γυρισμού, όχι χωρίς απρόοπτα. Με λίγη καθυστέρηση.
21:00. Μεσημεριανό γεύμα.
22:00 Βραδυνοί αυτοσχεδιασμοί στην αυλή του ξενοδοχείου. Ο Μιχάλης και η Νίκη αναλαμβάνουν τα σκηνικά. Σα δυο υπερκινητικές μαιμούδες σε χρόνο ρεκόρ τα πανιά έχουν στηθεί. Σε λίγο χρόνο αλλά με πολύ έμπνευση. Κίτρινο, μπλε, καφέ, κόκκινο. Πρόβες. Το θέμα το ίδιο με αυτό στο δάσος, σε δύο επίπεδα αυτή τη φορά. Πρώτο η καθημερινότητα στο ποτάμι αν αποφασίζαμε να γυρίσουμε πίσω και να ζήσουμε εκεί.  Δεύτερο, πώς οι ίδιοι έχουμε αλλάξει μέσα από αυτή την αλλαγή τρόπου ζωής και περιβάλλοντος. Όσοι θεατές είχαν αντοχές περίμεναν τη πρεμιέρα. Παράπονα των θεατών για την αργοπορία της παράστασης. Μας συγχωρούν λόγω πρεμιέρας αρκεί να μη περάσει 12:00.
23:40.Στήνονται οι καρέκλες των θεατών. Η παράσταση αρχίζει, παρακαλώ απενεργοποιείστε τα κινητά σας.
00:00  Η αυλαία έπεσε. Βραδινή δραστηριότητα στο δάσος.  Στο ίδιο σημείο με εχθές. Στο ίδιο ραντεβού. Η παρατήρηση. Το σώμα μου. Το περιβάλλον. Η αναπνοή κινεί το σώμα. Παιχνίδι με το φώς του ουρανού και τις σκιές των σωμάτων μας.
“ Το δάσος στέκει ριγηλό της νύχτας αντιστύλι
κι είναι η αυγή τάσι αργυρό όπου πέφτουν οι στιγμές
αντίχτυποι ξεχωρισμένοι, ολόκληροι μια σμίλη
προσεχτικοί που δέχουνται προσεχτικές γραμμές”
            Σεφέρης, Ερωτικός λόγος
02:00 Επιστροφή. Ψιθυριστές φωνές στην αυλή μέχρι να σβήσει η νύχτα.
07:30 Πρωινό ξύπνημα. Ήχοι από φλογέρα και έπειτα στρουμφάκια ακούγονται από τα ηχεία του ξενοδοχείου.
11:00 Επανάληψη της χθεσινής παράστασης λόγω μεγάλης επιτυχίας και μεγαλύτερου αριθμού θεατών. Ο Αλέξιος μπαίνει στο διάλλειμα διαβάζοντας παροιμίες. Συνοδοί αυτοσχεδιασμοί με θέμα τη τηλεόραση και τις εκπομπές. Ο Μιχάλης φωνάζει στο Θανάση να πάει παραπέρα γιατί τον εμποδίζει να δει τηλεόραση, αλλά ο Θανάσης του ανακοινώνει ότι ο ίδιος είναι μέσα στη τηλεόραση όπως και ο Μιχάλης. Στις εκπομπές εμφανίζονται σιγά-σιγά παπάδες, τούρκικα και χαρτορίχτρες. Στο επόμενο κομμάτι η Ξανθίππη και η Ιουλία διαβάζουν Σεφέρη και η ομάδα αυτοσχεδιάζει. Με λόγο και με κίνηση.
“Ό,τι μεταβάλεται ξεκουράζεται”

12:30 Δραστηριότητες στο λιβάδι, Κυνηγητό. Όποιος τον πιάνουν μένει ακίνητος μέχρι να τον ελευθερώσει κάποιος. Χωριζόμαστε σε δύο ομάδες. Η μία ομάδα τραγουδά η άλλη αυτοσχεδιάζει χορεύοντας προς τον εμψυχωτή. Κάθε ομάδα αποκτά ένα αρχηγό. Ο αρχηγός κάνει ένα βήμα και λέει μια φράση. Η ομάδα επαναλαμβάνει. Ακολουθεί το παιχνίδι του Γκούφι. Ένα γαλάζιο πανί στο τέλος της διαδρομής. Ο καθένας τρέχει προς αυτό φωνάζοντας μία λέξη ή μια φράση και κάθεται πάνω του όσο έχει ανάγκη. Καθένας ξαπλώνει πάνω στο πανί και οι άλλοι σηκώνουν σηκώνουν το πανί και του τραγουδούν ένα τραγούδι που εμπεριέχει το όνομά του.
Τελευταία δραστηριότητα. Το κλείσιμο τςη ομάδας στις βελανιδιές. Η ποίηση της Ξανθίππης, οι ήχοι του δάσους, οι βελανιδιές  που σχηματίζουν κύκλο με κέντρο ίδιο με αυτό του κύκλου της ομάδας. Ο καθένας παρατηρεί και έπειτα πλησιάζει ένα δέντρο. Συγκεντρώνεται στο προσωπικό νόημα της ύπαρξής του κοντά στο δέντρο. Ξαπλώνουμε σε κύκλο. Δίνουμε τα χέρια σε κύκλο. Πατώντας στη γή δίνουμε τα χέρια στο κύκλο. Ο καθένας λέει το όνομά του. Ακούμε το όνομα του κάθε μέλους της ομάδας.
Περπατάμε. 

Δευτέρα 16 Ιουλίου 2012

Εκδρομή στο Πάντα Βρέχει!!

Ένα δείγμα του πώς κύλησε το διήμερο στο Πάντα Βρέχει. Για όποιον ενδιαφέρεται να κατεβάσει τις φωτογραφίες, υπάρχουν στον παρακάτω σύνδεσμο:

https://rapidshare.com/files/2559842351/Pantavrexi.rar

(θέλει περίπου μια ώρα, μην ανησυχήσετε αν αργεί!!)
















Δευτέρα 28 Μαΐου 2012

“Το αηδόνι και το τριαντάφυλλο” - Διερευνητική δραματοποίηση

Προσέγγιση μέσω Διερευνητικής Δραματοποίησης του διηγήματος “Το αηδόνι και το τριαντάφυλλο” του Όσκαρ Γουάιλντ



1.      Ευαισθητοποίηση

Ακίνητοι στεκόμαστε όρθιοι διασκορπισμένοι στο χώρο. Σκοτάδι για λίγη ώρα. Παρατηρούμε το περιβάλλον μας. Είμαστε στη πλατεία της πόλης, εκείνη την ώρα την πρωινή όπου ακόμα τα φώτα των δρόμων δεν έχουν σβήσει. Οι άνθρωποι στα σπίτια τους μόλις που ετοιμάζονται να φορέσουν τα παπούτσια τους για να ξεκινήσουν για τις δουλειές τους. Το μόνο που μπορεί κάποιος να δεί σε αυτή τη πλατεία είναι ίσως ένα αδέσποτο σκύλο ξαπλωμένο σε κάποιο  παγκάκι ή μιλούνια περιστέρια όλα μαζί σε κάποια γωνιά να σχηματίζουν ένα γκρι χαλί στη πλατεία ή ακόμα και κάποιο ρούχο πεταμένο παράμερα στον  κάδο. Φώτα. Περπατάμε στη πλατεία παρατηρώντας απλά ότι βλέπουμε σε αυτή από μακριά. Δε μας ξαφνιάζει η παρουσία τους στη πλατεία αλλά η ώρα αυτή που βρεθήκαμε εκεί μας κάνει να βλέπουμε γύρω μας με πρωτόγνωρη περιέργεια.. Βρησκόμαστε στη θέση μας σε κάποιο σημείο της πλατείας  και δημιουργούμε μια παγωμένη εικόνα. Ο εμψυχωτής ζωντανεύει μία μία τις παγωμένες εικόνες και ρωτά να μάθει τι αναπαριστούν. Αφού ζωντανέψουν όλες οι παγωμένες εικόνες, τα σώματα περπατούν στο κέντρο της πλατεία. Η κίνηση των σωμάτων θυμίζει την κίνηση των  πεσμένων φύλλων από τις προσταγές του ανέμου. Φύλλα που γυροβολούν την πλατεία. Πότε πότε κάποιο φύλλο γίνεται άνεμος και σπρώχνει τα άλλα φύλλα. Μερικά φύλλα στροβιλίζονται μαζί. Σιγά σιγά η κίνηση μεταφέρεται στο χαμηλό επίπεδο. Η κίνηση των φύλλων συνεχίζεται στο χαμηλο έπίπεδο μέχρι μια αόρατη σκούπα να τα σπρώξει  στο κύκλο της ομάδας.

2.      Γνωριμία με το έργο
( Αντικείμενα :  ένα πράσινο μαντήλι, ένα ψηλό ποτήρι διακοσμημένο με κόκκινο και πράσινο βελούδο ώστε να θυμίζει τριαντάφυλλο γεμάτο με κόκκινο κρασί, ένα μπλέ ψηλό μπουκάλι με κρασί  )
Ο εμψυχωτής προσφέρει στην ομάδα το ποτήρι να πιούν χωρίς να έχει ανακοινώσει το περιεχόμενό του. Το δίνει στον πρώτο και ένας ένας το περνάει στο διπλανό του. Στο τέλος, το ποτήρι φθάνει στον εμψυχωτή και το τοποθετεί πάνω στο πράσινο μαντήλι, δίπλα στο μπουκάλι.
Ο εμψυχωτής αφηγείται το κείμενο έως το σημείο όπου το άνθος της τριανταφυλλιάς έγινε κόκκινο από το αίμα της καρδιάς του αηδονιού. Έχει ξημερώσει, το αηδόνι είναι νεκρό και το τριαντάφυλλο είναι έτοιμο. Στο σημείο της περιγραφής της νύχτας ο εμψυχωτής γεμίζει αργά αργά, για το υπόλοιπο της αφήγησης, το ποτήρι με κρασί από το μπλε μπουκάλι.

Πρώτες επισημάνσεις για το κείμενο
Για ποιούς λόγους πιστεύετε ότι δεν υπάρχει κανένα κόκκινο τριαντάφυλλο στο κήπο του νεαρού;
Υπάρχει άλλος τρόπος να καταφέρει αυτό που θέλει ο νεαρός;
Αν ο νεαρός μιλούσε τη γλώσσα των πουλιών τι θα έλεγε στο αηδόνι;
Ποιά είναι η θέση της κοπέλας για το νεαρό;
Τι θα συμβούλευε το αηδόνι;
Τι μπορεί να συμβολίζει το αηδόνι στην ιστορία σχετικά με  τον νεαρό;
Έκανε καλά το αηδόνι που επέλεξε να αφήσει τις ομορφιές της ζωής για να βοηθήσει τον νεαρό να βρεί την ευτυχία του;
Τι μπορεί να συμβούλεψε η βελανιδιά το αηδόνι;
Τι μπορεί να συμβούλεψε η σαύρα το αηδόνι;
Τι συναισθήματα και ποιές σκέψεις κυριαρχούσαν στο αηδόνι εκείνη τη νύχτα;
Τι μπορεί να έλεγε ο νεαρός στο αηδόνι αν το αντίκρυζε νεκρό στο κήπο του με το αγκάθι στη καρδιά;


3.      Δημιουργία νέου δραματικού  περιβάλλοντος
Τεχνική : καθοδηγημένος αυτοσχεδιασμός
Περπατάμε στο χώρο. Βρισκόμαστε στο κήπο του νεαρού. Ο κήπος είναι γεμάτος λουλούδια, δέντρα, πουλιά, έντομα, πέτρες, χώμα. Περπατάμε με ελαφρό πάτημα σαν να πατάμε σε χώμα μαλακό ανάμεσα σε λουλούδια και παρατηρούμε με τη φαντασία μας, μυρίζουμε το κήπο.

Τεχνική: Ανίχνευση της σκέψης και της κοινωνικής κατάστασης
Με το χτύπημα από τις κλάβες παγώνει η κίνηση. Ο εμψυχωτής ρωτά έναν έναν τι είναι ή τι παρατηρεί στο κήπο.

Τεχνική: Δομημένος αυτοσχειδασμός
Συνάντηση του νεαρού με τη κοπέλα. Συζητούν για τον αυριανό χορό και για τη σχέση τους. Οι υπόλοιποι είμαστε τα αηδόνια ή κάποιο άλλο στοιχείο του κήπου που παρακολουθούμε τη συζήτηση.

Τεχνική : Περίγραμμα του χαρακτήρα
Περίγραμμα του χαρακτήρα για το νεαρό πάνω στις σκέψεις του και τα συναισθήματά του για το πρόβλημα που προέκυψε ή για τη κοπέλα ανάλογα με ζητήματα που προέκυψαν από τον προηγούμενο αυτοσχεδιασμό.

Τεχνική: Καταγραφή και ανάγνωση ημερολογίου
Κίνηση στο χώρο. Γινόμαστε αηδόνια στο κήπο. Βρίσκουμε τη δική μας θέση στο κήπο στη μέση του οποίου βρίσκεται η βελανιδιά. Κάθε ένας καταγράφει στο ημερολόγιό του τις σκέψεις του για το αν θα θυσιαστεί για να το κόκκινο τριαντάφυλλο και την ευτυχία του νεαρού. Όποιος τελειώνει, ακουμπά το ημερολόγιό του στις ρίζες της βελανιδιάς που βρίσκονται στο κέντρο του κήπου. Όταν τελειώσουν όλοι, ένας παίρνει το ρόλο της βελανιδιάς και διαβάζει τα ημερολόγια δυνατά.

Τεχνική : Δομημένος αυτοσχεδιασμός
Δύο καρέκλες στο κέντρο. Ο νεαρός και το αηδόνι. Συζητούν για το πρόβλημα του νεαρού, το τρόπο που μπορεί να λυθεί,  και τις προθέσεις του αηδονιού. Στον αυτοσχεδιασμό μπορεί να μπεί και η κοπέλα ή η βελανιδιά.

Τεχνική : Διάδρομος της συνείδησης
Για το αηδόνι γύρω από το τι να κάνει για το πρόβλημα του νεαρού.

Τεχνική : Δραματοποιημένη αφήγηση
Περπατάμε στο χώρο. Τα φώτα χαμηλώνουν . Γινόμαστε ζευγάρια. Ο εμψυχωτής αφηγείται την ιστορία στο σημείο που τη νύχτα το αηδόνι συναντά το τριαντάφυλλο μέχρι το σημείο που πεθαίνει. Στο τέλος της αφήγησης κάθε ζευγάρι πρέπει να έχει καταλήξει σε μία παγωμένη εικόνα.

Επιστροφή στο κύκλο της ομάδας. Κλείνουμε το μύθο συζητώντας για όσα βιώσαμε. Σε αυτό το σημείο μπορεί ο αφηγητής ανάλογα με την ανάγκη της ομάδας να διαβάσει το τέλος της ιστορίας.
Προχωράμε προσπαθώντας ο καθένας να σκεφθεί τι θα ήθελε πολύ στη ζωή του  και τι θα μπορούσε να κάνει  για να το αποκτήσει.  Ο καθένας μόνος του ή σε ομάδες οργανωνει ενα αυτοσχεδισμο η παγωμένη εικόνα σχετικά με το παραπάνω προβληματισμό.



 Νίκη Σαμίου
           
           


Τετάρτη 23 Μαΐου 2012

Διερευνητική δραματοποίηση με βάση το: «Γράμμα του Σταυρόγκιν»


 Διερευνητική δραματοποίηση με βάση το: «Γράμμα του Σταυρόγκιν» απόσπασμα από το έργο Αδελφοί Καραμαζώφ  F.Dostoevsky Βιβλίο Ο Μικρός Ήρωας εκδόσεις Κοροντζή σελ. 67-93 (δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Ρωσικός Αγγελιοφόρος το  1857)

v  Δημιουργία ατμόσφαιρας- Ευαισθητοποίηση
·         Μέσα στο ημίφως η ομάδα κινείται ανάμεσα σε διπλωμένα γράμματα, τα παρατηρεί από όποια στάση θέλει ( όρθια, καθιστή, οριζόντια ). Άραγε τι να κρύβουν;
·         Καθένας διαλέγει από ένα γράμμα, το ακούει, το μυρίζει , το αισθάνεται. Ξαφνικά γίνεται βαρύ, με δυσκολία μπορεί κάποιος να το σηκώσει.
·         Βρίσκω ένα μέρος να το αφήσω, ένα μέρος που θα μπορώ με ησυχία να το ανοίξω και να το διαβάσω.
·         Εκφράζω με το σώμα μου τα συναισθήματα που μου προκάλεσαν οι λέξεις που διάβασα.
·         Γράφω μια σκέψη κάτω από τη φράση που βλέπω.
·         Ήρθε η ώρα να το αποχωριστώ, χωρίς να το καταστρέψω. Φορώντας το αόρατο γάντι μου τοποθετώ  το γράμμα στο κέντρο της στο κέντρο της σκηνής χωρίς να με δει κανείς.

Τα γράμματα συγκεντρώνονται στο κέντρο της σκηνής.
Εμψυχωτής: Αναμνήσεις και σκέψεις τυλιγμένες ανακατεμένες σε έναν χώρο, μα και σε έναν άλλο… τον χώρο του νου .
Η ομάδα κάνει έναν κύκλο γύρω από τα γράμματα.


v  Επαφή με το αρχικό περιβάλλον – Επαφή με το έργο – Παρουσίαση μέσω αφήγησης – Παιχνίδι ρόλων

·         Κάθε παίκτης επιλέγει τυχαία ένα γράμμα και το διαβάζει δυνατά.
 «από μέρος του Σταυρόγκιν»
 «δεν μπορούσα να μην γράψω»
 «αποκαλύπτομαι»
 «τρομακτική η ανάγκη της τιμωρίας»
 «ο ένας πόνος αναπληρώνεται με έναν άλλον»
 «η κοινωνία δεν συγχωρεί»


Περίληψη: Γράμμα του Σταυρόγκιν προς τον Τύχωνα
Αφήγηση από όλα τα μέλη της ομάδας.

«Από μέρος του Σταυρόγκιν,
Εγώ ο Νικόλαος Σταυρόγκιν, απόστρατος αξιωματικός, έζησα στην Πετρούπολη, περνώντας άσωτη ζωή, χωρίς να βρω σ’ αυτή καμία ευχαρίστηση.  Κρατούσα εκεί τρεις κατοικίες. Καθόμουνα τακτικά σε ένα σπίτι με επιπλωμένα δωμάτια. Το είχε η Μαρία Λεβιδακίν. Τις άλλες τις είχα νοικιασμένες για βρωμοδουλειές. Στη μία δεχόμουνα μια κυρία που με αγαπούσε, η άλλη βρισκόταν στην οδό Γκοροχοβίγιαστην και δεχόμουν την καμαριέρα της. Οι νοικοκύρηδες μου, κρατούσαν ένα στενόχωρο δωμάτιο, τόσο στενό, που αναγκαζόντουσαν ν’ αφήνουν ανοιχτή την πόρτα που επικοινωνούσε με την κάμαρά μου. Ο άντρας με μεγάλη γενειάδα και μακριά ρεντιγκότα υπάλληλος σ’ ένα μικρό γραφείο έφευγε το πρωί και γυρνούσε το βράδυ. Η γυναίκα, ξήλωνε παλιά κουρέλια και τα γύρναγε από την ανάποδη, έλειπε κι αυτή συχνά, για να παραδίδει τη δουλειά της. Έμενα μόνος μου με το κοριτσάκι τους, τη λέγανε Ματριόσα .Η μητέρα της την αγαπούσε, μα την έδερνε πολύ.
Μια μέρα του Ιουνίου χάθηκε από το τραπέζι μου ένας σουγιάς, δεν τον χρησιμοποιούσα και βρισκότανε εκεί πάνω χωρίς λόγο. Εκείνη την ώρα η μητέρα είχε βάλει της φωνές στη Ματριόσα για κάποιο κουρέλι, κατηγορώντας τη πως το είχε πάρει για τις κούκλες της. Μόλις της είπα για το σουγιά αγρίεψε ακόμα περισσότερο και άρχισε να την ξυλοφορτώνει εκείνη την ώρα βρήκα τον σουγιά πάνω στο κρεβάτι μου, μα δεν το είπα, κάθε κατάσταση άθλια και πρόστυχη προκαλεί μέσα μου θυμό, μα και κάποια ανέκφραστη ηδονή. Όταν αργότερα βρέθηκε το κουρέλι κάτω απ’ το τραπεζομάντηλο, η μικρή δεν έκανε ούτε ένα παράπονο, κοιτούσε μονάχα σιωπηλή .Το έκανε επίτηδες και τότε την παρατήρησα καλύτερα ξανθούλα, με πανάδες, πρόσωπο πρόστυχο, με έκφραση παιδιάστικη και εξαιρετικά γλυκιά.
Όταν η τιμωρία του κοριτσιού πήρε τέλος, έβαλα τον σουγιά στην τσέπη του γιλέκου μου και τον πέταξα στο δρόμο μακριά, για να μην μάθει ποτέ κανείς πως τον είχα βρει. Ένοιωσα πως ήταν παλιανθρωπιά, μα αισθάνθηκα μια κάποια ευχαρίστηση. Βαριόμουνα πολύ εκείνον τον καιρό σε σημείο που θα μπορούσα να πάω να κρεμαστώ κι αν δεν κρεμάστηκα, είναι γιατί περίμενα πάντα πως θα γίνει κάτι, κι αυτό το κάτι το περίμενα σε όλη μου τη ζωή. Τότε ασχολήθηκα για λίγο με τη Θεολογία μα η πλήξη μου έγινε χειρότερη, όσο για τα πολιτικά μου φρονήματα, μου γεννούσαν τη διάθεση να βάλω φουρνέλα στις τέσσερις άκρες του κόσμου.
Δίπλα από το κύριο δωμάτιο που κρατούσα, έμενε ένας υπάλληλος με την οικογένεια του, με καλό παρουσιαστικό ,αλλά φτωχός. Μόλις είχε πάρει τον μισθό του-εικοσιπέντε ρούβλια, περπατώντας στον διάδρομο είδα την πόρτα ανοιχτή και στην καρέκλα αφημένη η ρεντιγκότα του υπαλλήλου, έχωσα το χέρι μου μέσα, είχα πραγματικά ανάγκη από χρήματα εκείνη τη στιγμή παρόλο που θα έπαιρνα σε λίγες μέρες χρήματα από το ταχυδρομείο .Είχα εκείνη την εποχή πολύ όρεξη για ποτό και κέρασα όλη τη βρωμοπαρέα μου. Ύστερα έκανα γούστο να καρφώνω  τα μάτια μου επάνω του, αργότερα όμως ούτε κι αυτό μου έκανε κέφι.
Ύστερα από τρεις μέρες, γύρισα στη Γκοροχοβίγια μόλις μπήκα στο δωμάτιο είδα τη Ματριόσα καθισμένη δίπλα στο παράθυρο, έραβε, τραγουδώντας με σιγανή φωνή. Κάθισα δίπλα της και παίρνοντας την στην αγκαλιά μου της φίλησα το χέρι. Άρχισε να γελάει σαν παιδί, στη συνέχεια ντράπηκε και ξαφνικά έγινε κάτι παράξενο, η μικρή έβαλε τα χέρια της γύρω από τον λαιμό μου και άρχισε να με φιλάει με θέρμη.  Το πρόσωπό της γέμισε έκσταση. Σηκώθηκα έξω φρενών κι εκείνη ταράχτηκε πολύ, το πρόσωπό της μου φάνηκε άξαφνα ηλίθιο. Είχε την πεποίθηση πως ήταν βαθύτατα ένοχη «σκότωσα τον θεό», έλεγε.
Την νύχτα εκείνη, χτυπήθηκα στην ταβέρνα, μα το πρωί ξύπνησα στο κύριο δωμάτιο, με είχε φέρει η Λιεβιαδκίν, μα αργότερα γύρισα στην Γκοροχοβίγια, εκείνο που με βασάνιζε ήταν πως φοβόμουνα και πως είχα συνείδηση ότι φοβάμαι. Γύρισα στο κύριο δωμάτιο και ξαπλώνοντας ένιωσα τέτοιο μίσος για κείνη που πήρα την απόφαση να τη σκοτώσω, τη σιχαινόμουνα που ρίχτηκε στο λαιμό μου. Γύρισα μέχρι τα μισά, μα στο κανάλι της Φοντάνκας το μετάνιωσα.
   Ξύπνησα κατά το μεσημέρι, ντράπηκα που θέλησα να γίνω φονιάς, ξεκίνησα για τη Γκοροχοβίγια, σαν έφτασα στην κάμαρα, βρήκα την καμαριέρα, τη Νίνα. Τούτη τη φορά ευχαριστήθηκα πολύ που την είδα. Στην άλλη γωνιά της κάμαρας, είδα τη Μαρτιόσα, δεν κρύφτηκε όπως την άλλη φορά.
Επέστρεψα στο κύριο δωμάτιο για δύο μέρες, βαριόμουνα αφάνταστα και αποφάσισα να φύγω για την Πετρούπολη.
Όταν όμως γύρισα στην Γκοροχοβίγια, να ξενοικιάσω την κάμαρα βρήκα την νοικοκυρά πολύ στεναχωρημένη, η Ματριόσα εδώ και δύο μέρες ήταν άρρωστη και είχε παραμιλητά στον ύπνο της «σκότωσα τον Θεό», έλεγε.
   Αποφάσισα να γυρίσω όταν θα έφευγε η μητέρα της, όπως και έκανα, κάθισα στο ντιβάνι, η Ματριόσα ήταν ξαπλωμένη στο σκοτεινό καμαρίνι, πίσω από ένα παραβάν, στο κρεβάτι της μητέρας της. Ξαφνικά η μικρή σηκώθηκε και φάνηκε στο κατώφλι της κάμαράς μου. Ήμουν τόσο χυδαίος που αισθάνθηκα χαρά καθώς την είδα να έρχεται εκείνη πρώτη. Τι ανανδρία φανέρωνε όλο αυτό και πόσο ντράπηκα !Είχε αδυνατήσει πολύ, σε λίγο σχημάτισα την ιδέα πως δε με φοβότανε. Άρχισε να κουνά το κεφάλι της, σα να με κατηγορούσε, άπλωσε απότομα τη γροθιά της και με φοβέρισε από τη θέση της. Ύστερα έκρυψε το πρόσωπό της με τα χέρια της κι έτρεξε προς το παράθυρο, γύρισα στην κάμαρά μου και κάθισα κι εγώ κοντά στο παράθυρο. Τότε είδα στο φύλλο του γερανιού μια μικρή κόκκινη αράχνη. Άκουσα όμως τα βιαστικά της βήματα και την είδα να βγαίνει από την πόρτα. Την ακολούθησα αμέσως και πρόλαβα να δω, πως έμπαινε σε μια μικρή αποθήκη δίπλα στον απόπατο. Κοίταξα το ρολόι, δεν καλοξέρω γιατί. Μου ήρθε στο νου πως κανένας δεν με είχε συναντήσει, έπρεπε να αποφύγω κάθε συναπάντημα. Κοίταξα ώρα πολλή από τη σκισμάδα, γιατί ήταν σκοτεινά , όχι όμως ολότελα σκοτεινά.. μ’ άλλα λόγια είδα ότι μου χρειαζότανε.
Ύστερα από τρεις ώρες ήμουνα με όλη τη βρωμοπαρέα και έπινα τσάι, ήμουν πολύ εύθυμος, μα παράλληλα ένιωθα όλη την ανανδρία και την ατιμία μου , όμως δεν ντρεπόμουνα γι’ αυτό. Είχα χάσει την αίσθηση του καλού και του κακού.
Είχα τέσσερα τα μάτια μου και περίμενα πως κάτι θα μου τύχει και στις έντεκα το βράδυ έτρεξε η κόρη του πορτιέρη από το σπίτι της Γοροχοβίγιας φέρνοντάς μου την είδηση πως η Ματριόσα κρεμάστηκε . Ακολούθησα το κορίτσι ,ήταν εκεί κόσμος πολύς και αστυφύλακες. Με ρωτήσανε λίγα πράγματα, όσο για την παρουσία μου στο σπίτι εκείνο το βράδυ, αυτή δεν την υποπτεύτηκε κανένας. Η υπόθεση λοιπόν δεν είχε συνέπειες.
Δεν ξαναγύρισα εκεί ολόκληρη τη βδομάδα κι όταν ξαναπήγα ξενοίκιασα το δωμάτιο με την πρόφαση πως στεναχωριόμουνα να φέρνω την Νίνα σε τέτοια κατοικία.
Κοιτάζοντας μια μέρα τη στραβοκάνα τη Μαρία Λιεβιαδκίνα  αποφάσισα άξαφνα να την παντρευτώ. Δεν ήταν ακόμη τρελή μόνο ηλίθια, κουρόπαρτη και κρυφά ερωτευμένη μαζί μου . Μόλις τελείωσε η τελετή του γάμου έφυγα για την επαρχία, όπου έμενε η μητέρα μου.  Ταξίδεψα στην Ανατολή, σ’ ένα μοναστήρι του Αγίου Όρους ,πήγα στην Αίγυπτο, ταξίδεψα στην Ελβετία και έφτασα στην Ισπανία και παρακολούθησα για έναν χρόνο μαθήματα στο Πανεπιστήμιο της Γοττίγγης.
Περνώντας από την Φραγκφούρτη πριν δύο χρόνια, είδα σε μια βιτρίνα ανάμεσα σε πολλές φωτογραφίες ,την εικόνα ενός νεαρού κοριτσιού που έμοιαζε εξαιρετικά με την Μαρτιόσα. Αγόρασα την φωτογραφία και την έβαλα πάνω από το τζάκι μου, ωστόσο δεν την κοίταξα ποτέ κι όταν έφυγα από την Φραγκφούρτη την ξέχασα.
Πέρυσι την άνοιξη καθώς περνούσα από την Γερμανία ξέχασα να κατέβω στον σταθμό που έπρεπε, το επόμενο τρένο θα έφευγε στις έντεκα το βράδυ, μου δείξανε ένα περίφημο ξενοδοχείο και εκεί κατά τις τέσσερις το απόγευμα έπεσα για να ξεκουραστώ. Τότε είδα ένα αλλόκοτο όνειρο, βρισκόμουνα μέσα σε έναν πίνακα του Κλώντ Λορραίν  «Άκις και Γαλάτεια», ήταν ένας μικρός μαγευτικός όρμος του ελληνικού αρχιπελάγους όπου οι άνθρωποι ξυπνούσανε και κοιμόντουσαν ευτυχισμένοι και αγνοί . Όταν ξύπνησα ένα συναίσθημα αδοκίμαστης ευτυχίας γέμισε την καρδιά μου κάνοντάς τη να πονάει. Έκλεισα ξανά γρήγορα τα μάτια διψώντας να βυθιστώ ξανά στο όνειρο, άξαφνα όμως μέσα στο ολόλαμπρο φως είδα ένα στίγμα σκοτεινό που πήρε τη μορφή μιας μικρής κόκκινης αράχνης. Πετάχτηκα επάνω, είχα δει τη μορφή της Ματριόσα, τέτοιον πόνο δεν είχα ξανανιώσει. Από τότε η οπτασία της φανερώνεται σχεδόν κάθε μέρα μπροστά μου. Έχω κι άλλες πολλές αναμνήσεις ακόμα χειρότερες, σκότωσα σε μονομαχία δύο ανθρώπους, φέρθηκα πολύ άτιμα σε μία γυναίκα και πέθανε από το κακό της. Έχω στη συνείδηση μου μια δηλητηρίαση με προμελέτη που πέτυχε και έμεινε άγνωστη. Όμως καμία από αυτές τις αναμνήσεις δεν μου ξυπνάει συναίσθημα παρόμοιο με τη θύμηση της Ματριόσα.
Δυο μήνες ύστερα από το θαυμαστό εκείνο όνειρο, μου ήρθε η διάθεση να ερωτευτώ ξανά στην Ελβετία. Μου ερχότανε πάλι η επιθυμία να κάνω ένα καινούριο έγκλημα, να γίνω με άλλα λόγια δίγαμος, όμως το έσκασα με τη συμβουλή μιας άλλης κόρης που της είχα φανερώσει πολλά. Της είπα πως δεν αγαπούσα καθόλου αυτή που ήθελα να πάρω και πως δεν μπορούσα να αγαπήσω ψυχή.
Έτσι πήρα την απόφαση να τυπώσω τούτα εδώ τα φύλλα σε τριακόσια αντίτυπα  και να τα κουβαλήσω μαζί μου στη Ρωσία.
Ξέρω ότι από την άποψη της ποινικής νομοθεσίας δεν έχω να πάθω τίποτα, μονάχος μου κατηγορώ τον εαυτό μου . Εκείνο που θέλω, είναι να με αντικρίζουμε όλοι όσοι την διαβάζουν όπως τους αντικρίζω και εγώ . Όσοι περισσότεροι είναι αυτοί τόσο το καλύτερο. Αν γινότανε ξανά κάποια έρευνα στα αρχεία της Πετρούπολης ίσως βρίσκανε κάποιο χνάρι, εγώ όμως δεν θα ταξιδέψω, θα καθίσω στο Σκβορεσνίκι, στο κτήμα της μητέρας μου, αν με γυρέψει κανείς θα παρουσιαστώ στη στιγμή».
                                                         Νικόλας Σταυρόγκιν

·         Δημιουργία θεατρικού – συζήτηση εκτός θεατρικού ρόλου – δημιουργία δράσης και στοχασμού νέου περιβάλλοντος –– διαμόρφωση της ιστορίας

v  Ο Σταυρόγκιν είχε το γνώθι της άσωτης ζωής του και συνειδητά δεν έβρισκε καμία ευχαρίστηση σ’ αυτή. Για ποιους λόγους δεν κατάφερε να την αλλάξει;
v  Κρατούσε τρείς κατοικίες. Τι μπορεί να σημαίνει αυτό για το κοινωνικό του επίπεδο και την προσωπικότητά του;
v  Για ποιους λόγους ο Σταυρόγκιν δεν αποκάλυψε την παρουσία του σουγιά;
v  Για ποιους λόγους ένιωσε ευχαρίστηση βλέποντας τη Ματριόσα να συνεχίζει να υποφέρει τον ξυλοδαρμό από την μητέρα της;
v  Εξαφανίζοντας τον σουγιά, πετώντας τον στον δρόμο τι συμπεραίνουμε για τον Σταυρόγκιν;
v  Πως μπορεί να ένιωσε η Ματριόσα την ώρα του ξυλοδαρμού της μπροστά σε ένα τρίτο άτομο;
v  Πόσο σημαντικό ρόλο αποτελεί το κοινωνικό υπόβαθρο των γονιών της Ματριόσα προς την αντιμετώπιση στο παιδί;
v  Γιατί η Ματριόσα μετά τις κατηγορίες και τους ξυλοδαρμούς δεν διαμαρτυρόταν;
v  Άραγε η μητέρα της Ματριόσα χτυπώντας τη άδικα ξεσπούσε πάνω της όλο τον κοινωνικό και βιοτικό της θυμό;
v  Πόσο καθαρή αντίληψη των άγριων σκέψεων και πράξεών του είχε ο Σταυρόγκιν;
v  Που μπορεί να αποδοθεί η ευχαρίστηση που ένιωθε κάνοντας ανήθικες πράξεις, αναγνωρίζοντας τες ως ανήθικες;
v  Που οφειλότανε η ανία και η βαρεμάρα που ένιωθε;
v  «κι αν δεν κρεμάστηκα είναι γιατί περίμενα πάντα πως θα γίνει κάτι κι αυτό το περίμενα σ’ όλη μου τη ζωή» Τι μπορεί να περίμενε ο Σταυρόγκιν στη ζωή του;
v  τι παρατηρούμε για τα πολιτικά του φρονήματα και πόσο αυτά μπορεί να επηρέασαν την ατομική του ζωή;
v  Κλέβοντας το μισθό του γείτονά του τι συμπεραίνουμε για τη σχέση του Σταυρόγκιν με το χρήμα και την εξουσία;
v  Τι συναισθήματα γεννούσε η Ματριόσα στον Σταυρόγκιν;
v  Θεωρείτε ότι ο Σταυρόγκιν ήθελε να προκαλέσει τη Ματριόσα παίρνοντάς τη στα γόνατά του; Γιατί αισθανόταν φόβο μετά από αυτό το γεγονός;
v  Τι συναισθήματα έτρεφε η Ματριόσα για τον Σταυρόγκιν;
v  Θα αποκάλυπτε ποτέ η Ματριόσα τις τρυφερές κινήσεις του Σταυρόγκιν προς αυτή;
v  Ποια ήταν η ψυχολογική κατάσταση του Σταυρόγκιν πριν τον φόνο;
v  Πως ένιωσε ο Σταυρόγκιν όταν η Ματριόσα σήκωσε τη γροθιά της και του επιτέθηκε με αυτή τη χειρονομία;
v  Τι μπορεί να εννοούσε η Ματριόσα λέγοντας : «Σκότωσα το Θεό»;
v  Η Ματριόσα έμεινε στην αποθήκη για αρκετή ώρα. Άραγε προκάλεσε με αυτόν τον τρόπο το θάνατό της;
v   Πως λειτούργησε ο γάμος με τη Μαρία Λεβιαδκίν στην ψυχολογία του Σταυρόγκιν;
v  Βρήκε λύτρωση στα μέρη που περιπλανήθηκε;
v  Πως λειτούργησε το όμορφο όνειρο που είδε;
v  Με τη δημοσίευση της γραπτής εξομολόγησης θα έβρισκε λύτρωση πραγματική ο Σταυρόγκιν;

·         Τεχνική : θέατρο Forum – Κοινωνική – Ηθική - Συναισθηματική  διάσταση
   Δύο παίκτες αναλαμβάνουν τους ρόλους της Ματριόσα και της μητέρας της αναπτύσσοντας μια υποθετική λογομαχία. Καθένας μπορεί να αναλάβει το ρόλο με ένα νεύμα.

·         Τεχνική: Η καρέκλα των αποκαλύψεων- Η ψυχοσύνθεση του Σταυρόγκιν
Ένας παίκτης αναλαμβάνει τον ρόλο του Σταυρόγκιν, οι υπόλοιποι παίκτες του υποβάλουν ερωτήσεις.

·         Τεχνική: Τούνελ της συνείδησης
Οι παίκτες δημιουργούν ένα τούνελ με μια λευκή μακρόστενη γάζα ένας παίκτης αναλαμβάνει τον ρόλο του Σταυρόγκιν ακούγοντας τις συνειδήσεις των υπόλοιπων παικτών.

·         Τεχνική: Παγωμένη εικόνα- Κοινωνική, Φαντασιακή κατάσταση
Η ομάδα χωρίζεται σε τρεις υποομάδες και δημιουργεί τρεις παγωμένες εικόνες-στιγμιότυπα από το δραματικό περιβάλλον της εξομολόγησης.
Οι υπόλοιπες υποομάδες περιγράφουν και αποσυμβολοποιούν τις υπόλοιπες παγωμένες εικόνες.

·  Τεχνική: Στοχαστική διερεύνηση- Γραφή και ανάγνωση σε ρόλο-οπτική γωνία-αξιολόγηση
Στοχασμός και γραφή πάνω στο γράμμα του Σταυρόγκιν, ανάληψη ρόλων και γραφή σύμφωνα με τις στάσεις, τις αντιλήψεις και τη φαντασία του κάθε παίκτη.

·         Διεξοδική διερεύνηση των θεματικών σκηνών
·         Σκηνική παρουσίαση του θέματος (σε θεατρικό ρόλο)
·         Συνολική αξιολόγηση (ομαδική- ατομική)

Από την Σταυρούλα Καρτσακλή