Δευτέρα 23 Ιανουαρίου 2012

«Ο Έρωτας και η Ψυχή» : Πρόταση-σχέδιο για εργαστήρι διερευνητικής δραματοποίησης του γνωστού μύθου





Σχετικά με το μύθο και την επιλογή του

«Ο Έρωτας και η Ψυχή» είναι ένα «μυθιστόρημα» του 2ου μ.Χ. αι. και περιλαμβάνεται στις «Μεταμορφώσεις» του Ρωμαίου συγγραφέα Λούκιου Απούληιου. Έλκει την καταγωγή του από έναν παλαιότερο πλατωνικό μύθο και υπήρξε μία από τις πιο αγαπημένες ιστορίες της κλασικής αρχαιότητας. Η καθολικότητα του θέματος, η ποιητική του δύναμη, οι συμβολισμοί και οι ψυχαναλυτικές και κοινωνιολογικές του προεκτάσεις τον καθιστούν πεδίο πρόσφορο για διερεύνηση, στοχασμό, δημιουργία δράσης και δραματική ανάπλαση, στα πλαίσια ενός θεατρικού εργαστηρίου. Όπως και ο πρωταγωνιστής της ιστορίας, αφορά σε εφήβους και νέους κάθε ηλικίας, ενώ η επεξεργασία του συνιστά μια πρόταση για έναν πιο ουσιαστικό εορτασμό της «ημέρας των ερωτευμένων», στις 14 Φλεβάρη.

Τι λέει ο μύθος

Η Ψυχή ήταν η μικρότερη και ομορφότερη κόρη κάποιου βασιλιά. Τόση ήταν η ομορφιά της που η Αφροδίτη ζήλεψε και κράτησε τον Έρωτα μακριά της. Έτσι, ενώ οι αδερφές της παντρεύτηκαν, η Ψυχή παρέμενε μόνη και απροσπέλαστη από τους άνδρες και γι’ αυτό δυστυχής. Η Αφροδίτη έστειλε το γιο της να τη λαβώσει με τα βέλη του και να την κάνει να ερωτευτεί τρελά το πιο τρομακτικό πλάσμα στον κόσμο. Ο Έρωτας όμως, όταν την αντίκρισε, θαμπώθηκε από την ομορφιά της και τρυπήθηκε με το ίδιο του το βέλος. Η Ψυχή προσέφυγε στο Μαντείο των Δελφών να πάρει χρησμό για το μέλλον της. «Θα παντρευτείς, ήταν ο χρησμός, αλλά με ένα πλάσμα που ακόμα και οι Θεοί το φοβούνται. Ανέβα στην κορυφή του πιο κοντινού βουνού, κι εκεί θα συναντήσεις τη μοίρα σου».

Η Ψυχή υπάκουσε στο χρησμό, ανέβηκε με θάρρος στην κορυφή του βουνού και περίμενε. Τότε ξαφνικά η πνοή του Ζέφυρου την παρέσυρε σ’ ένα πανέμορφο παλάτι. Αόρατα χέρια την περιποιήθηκαν και τη φίλεψαν με όλα τα καλά, ενώ μια θεσπέσια μουσική συνόδευε κάθε της κίνηση, ώσπου νύχτωσε και το παλάτι βυθίστηκε στο απόλυτο σκοτάδι. Τότε ο μυστηριώδης οικοδεσπότης την πλησίασε, της μίλησε τρυφερά και πλάγιασε μαζί της, κατανικώντας τους φόβους της. Έτσι κυλούσε η ζωή της Ψυχής. Την ημέρα ζούσε μοναχικά, αλλά με άνεση και πολυτέλεια, ενώ τη νύχτα συναντούσε τον αόρατο εραστή της. Μάταια η Ψυχή τον παρακαλούσε να της φανερωθεί.  «Προτιμώ  να με αγαπάς γι αυτό που είμαι και όχι γι αυτό που φαίνομαι», της έλεγε. Κάποτε εκείνος λύγισε από τα παρακάλια  της και της επέτρεψε να δεχτεί στο παλάτι τις αδερφές της. Την προειδοποίησε ωστόσο : « Δε θα πρέπει να τους πεις τίποτα για μένα, αλλιώς όλα όσα μοιραζόμαστε θα χαθούν για πάντα!»

Οι αδερφές της την επισκέφτηκαν και ζήλεψαν τα πλόυτη και την ευτυχία της. Με τις επίμονες ερωτήσεις τους την ανάγκασαν να μιλήσει για το μυστηριώδη σύζυγο που ποτέ της δεν είχε δει στο φως της μέρας. Τότε εκείνες την έπεισαν να τον παραμονέψει κρυφά και, αν είναι τέρας, να τον σκοτώσει με το μαχαίρι της, προτού εκείνος προλάβει να της κάνει κακό. Η Ψυχή βασανίστηκε πολύ, μα τελικά υπέκυψε στον πειρασμό και τους φόβους της, και άναψε ένα λυχνάρι μπροστά στο πρόσωπο του κοιμισμένου εραστή της. Με εκπληξη και δέος αναγνώρισε τον ίδιο το Θεό Έρωτα και τον ερωτεύτηκε κεραυνοβόλα. Καθώς έσκυψε να τον φιλήσει, μια σταγόνα καυτό λάδι από το λυχνάρι έσταξε στον ώμο του Θεού και τον ξύπνησε. Ο Έρωτας είδε το λυχνάρι και το μαχαίρι, κι έκανε φτερά, βαθειά πληγωμένος και απογοητευμένος από την προδοσία της.

Μετανοιωμένη πικρά η Ψυχή ζήτησε τη βοήθεια των Θεών για να ξανακερδίσει τον Έρωτα. Η απελπισία της την έφερε ικέτισσα μπροστά στην Αφροδίτη, που δεν έχασε την ευκαιρία να βασανίσει την Ψυχή, όχι μόνο από φθόνο, αλλά και από θυμό για τον πόνο που είχε προξενήσει στο γιο της. Την υπέβαλε σε σκληρές δοκιμασίες, ελπίζοντας να την ξεφορτωθεί, αλλά η Ψυχή οπλισμένη με τη δύναμη της αγάπης ανταποκρίθηκε με επιτυχία: Ξεχώρισε τους σπόρους με τη βοήθεια των μυρμηγκιών, έκλεψε το χρυσό μαλλί από τα επικίνδυνα κριάρια χάρη στις συμβουλές της σπουργιτίνας, έφερε νερό απ’ την πηγή που τη φυλάγαν δράκοι, με τη βοήθεια ενός αετού σταλμένου από το Δία, που στο μεταξύ την είχε συμπαθήσει. Έξαλλη η Αφροδίτη, την έστειλε στον Άδη να φέρει από την Περσεφόνη ένα κουτί με ελιξήριο ομορφιάς, «γιατί το πρόσωπό της είχε κουραστεί από τη φροντίδα του πληγωμένου γιου της».

Η Ψυχή ετοιμαζόταν να γκρεμιστεί στο κενό, απελπισμένη μπροστά σε αυτήν την αδύνατη αποστολή, όταν ο Έρωτας, συγκινημένος από την αφοσοίωση και την αποφασιστικότητά της, πέταξε αόρατος κοντά της και την εφοδίασε με ό,τι χρειαζόταν για να επιστρέψει ζωντανή και νικήτρια. Της έδωσε μπισκότα μελιού για τον Κέρβερο, νομίσματα για το βαρκάρη του Αχέροντα και την προειδοποίησε να μην ανοίξει το κουτί που θα της δώσει η Περσεφόνη.  Η Ψυχή ακολούθησε τις οδηγίες του, μα μόλις γύρισε στον πάνω κόσμο, υπέκυψε στον πειρασμό του θεϊκού καλλυντικού και άνοιξε το κουτί. Μα η Περσεφόνη δεν είχε στείλει στη θεία της ελιξήριο ομορφιάς, αλλά τη σκόνη του αιώνιου ύπνου! Η Ψυχή έπεσε αναίσθητη στο χώμα. Ο Έρωτας πέταξε κοντά της, τη συνέφερε με ένα φιλί και την πήρε μαζί του στον Όλυμπο, όπου έγιναν οι γάμοι τους, με την ευλογία του Δία και τη συγκατάθεση της Αφροδίτης. Έτσι η Ψυχή έγινε αθάνατη κι ενώθηκε με τον Έρωτα σε αιώνιο δεσμό. Από την ένωσή τους γεννήθηκε η Ηδονή.

Στάδια ανάπτυξης της δραματοποίησης του μύθου

1.   Δημιουργία ατμόσφαιρας ομάδας: ψυχοκινητικές ασκήσεις, ασκήσεις ευαισθητοποίησης, καλλιέργεια δεξιοτήτων ρόλου

Ø  Το παιχνίδι με τα «μανταλάκια» σε παραλλαγή : Αντί για μανταλάκια οι συμμετέχοντες κολλάνε στα ρούχα τους αυτοκόλλητες καρδιές. Έτσι το παιχνίδι μετατρέπεται σε «θα σου κλέψω την καρδιά» ή «πάρε την καρδιά μου».
Ø  Δημιουργούνται ζευγάρια (σε αυτή τη φάση ανεξαρτήτως φύλου) με τον ακόλουθο «τελετουργικό» τρόπο: Κάθε μέλος της ομάδας παίρνει από ένα καλάθι  ένα αντικείμενο (μισό πορτοκάλι, ένα λουλούδι, ένα κομμάτι από κοχύλι, κλπ. Κινούνται στο χώρο ψάχνοντας να βρουν το «ταίρι» τους- ένα δίδυμο ή συμπληρωματικό κομμάτι. Όταν σχηματιστούν τα ζευγάρια, αφού κινηθούν μαζί στο ρυθμό της μουσικής, βρίσκουν τον ήχο τους. Στη συνέχεια κλείνουν τα μάτια, απομακρύνονται και ψάχνουν ο ένας τον άλλο μόνο με τον ήχο.

2.   Γνωριμία με το αρχικό περιβάλλον-δημιουργία δραματικού περιβάλλοντος

Ο  εμψυχωτής (ή το ζευγάρι των εμψυχωτών, αφού στη συγκεκριμένη πρόταση η ύπαρξη δύο εμψυχωτών διαφορετικού φύλου  και μάλιστα σε ρόλο, εξυπηρετεί όχι μόνο πρακτικά, αλλά και σε επίπεδο συμβολικό) διαβάζει ή αφηγείται την ιστορία, ενώ οι συμμετέχοντες κάθονται σε  ημικύκλιο. Διαφάνειες με έργα τέχνης εμπνευσμένα από αυτόν το μύθο μπορούν ενδεχομένως να εμπλουτίσουν αισθητικά την εμπειρία της ακρόασης.
Μια εναλλακτική πρόταση είναι οι συμμετέχοντες να πάρουν από το καλάθι (άλλο καλάθι ή κουτί ή φαρέτρα) ένα αντικείμενο (βέλος , μαχαίρι, κλπ) ή μια εικόνα ή φωτογραφία, κι ενώ ακουν την ιστορία να τα τοποθετούν την κατάλληλη στιγμή σε έναν ορισμένο από εξαρχής χώρο. Έτσι παράλληλα με τη διασφάλιση ενεργητικής ακρόασης, οι συμμετέχοντες συμβάλλουν στη δημιουργία του δραματικού περιβάλλοντος, δημιουργώντας το «κολλάζ» ή το «σκηνικό» του δράματος.
Προτείνεται η αφήγηση να σταματήσει στο σημείο όπου ο Έρωτας αποχωρεί πληγωμένος από την προδοσία της Ψυχής.

3.   Δημιουργία δράσης και στοχασμού. Εφαρμογή θεατρικών τεχνικών διερεύνησης και  ανάπτυξης της ιστορίας

Ø  Οι συμμετέχοντες κινούνται στο χώρο και ο εμψυχωτής (σε ρόλο  Έρωτα ή  Αφροδίτης) τους μοιράζει χρωματιστές χάρτινες σαΐτες ή ραβασάκια σε διάφορα χρώματα, τόσα όσα και οι ομάδες που θέλουμε να δημιουργηθούν. Στη συνέχεια κάθε ομάδα (η κόκκινη, η κίτρινη,κλπ) αποσύρεται σε ένα σημείο του χώρου, ξεδιπλώνει με την προτροπή του εμψυχωτή τη σαΐτα ή το ραβασάκι και διαβάζει την παραγγελία που εμπεριέχεται σε αυτό (μπορεί να είναι γραμμένη σε ένα από τα ραβασάκια της ομάδας ή μοιρασμένη αποσπασματικά σε όλα). Πρόκειται πάντως για ένα στιγμιότυπο της ιστορίας, που η  κάθε ομάδα καλείται σε σύντομο χρόνο (πέντε περίπου λεπτών) να αυτοσχεδιάσει και να παρουσιάσει στις υπόλοιπες ομάδες, με όποιο τρόπο θέλει, με λόγια ή χωρίς, καταλήγοντας όμως σε παγωμένη εικόνα. Στη συνέχεια ο εμψυχωτής ή και οι συμμετέχοντες μπορούν να παρέμβουν, εφαρμόζοντας την τεχνική της ανίχνευσης σκέψης. Στο τελευταίο στιγμιότυπο, που θα προτείναμε να είναι η αμφιθυμία της Ψυχής για το αν πρέπει να αποκαλύψει το πρόσωπο του εραστή της, μπορεί να εφαρμοστεί η τεχνική του διάδρομου της συνείδησης.
(διάρκεια 20’, τεχνικές : καθοδηγούμενη φαντασία, εμψυχωτής σε ρόλο, αυτοσχεδιασμός, παγωμένη εικόνα, ανίχνευση σκέψης, διάδρομος συνείδησης)

Ø  Οι συμμετέχοντες χωρίζονται σε δύο ομάδες, με κριτήριο το φύλο τους και κινούνται  παράλληλα στον ήχο της επιλεγμένης για την περίσταση μουσικής. Ο εμψυχωτής δίνει σ’ ένα μέλος κάθε όμάδας ένα συμβολικό αντικείμενο (πχ ένα μήλο ή ένα κόκκινο λουλούδι στα κορίτσια, ένα βέλος στα αγόρια). Αν υπάρχει ζεύγος εμψυχωτών, τότε κάθε εμψυχωτής αναλαμβάνει να εμψυχώσει την ομάδα των ομοφύλων του. Τα λόγια τους μπορεί να είναι « περνάτε το αντικείμενο ο ένας στον άλλον (ή η μία στην άλλη ) και προφέρετε σιγά μια λέξη σχετική με την ιστορία που ακούσατε. Όταν σταματήσει η μουσική, το κορίτσι και το αγόρι που θα έχουν στα χέρια τους τα αντικείμενα θα μεταμορφωθούν σε Ψυχή και Έρωτας».
(εναλλακτικά, τα συμβολικά αντικείμενα μπορούν να αντικατασταθούν από μάσκες)
Το «ζευγάρι» καλείται να αναπαραστήσει στιγμές από τη ζωή του. Η ομάδα παρακολουθεί και σχολιάζει σε ρόλο, και μπορεί να παγώσει τη δράση και να παρέμβει διορθωτικά
(διάρκεια 15-20’, τεχνικές: φωναχτές σκέψεις, παιχνίδι ρόλων, παρακολούθηση σε ρόλο, θέατρο forum)

Ø  Ο « ‘Ερωτας» και η « Ψυχή» γράφουν τις σκέψεις και τα συναισθήματά τους, μετά το χωρισμό. Το κείμενό μπορεί να είναι ημερολόγιο ή προσευχή (για την Ψυχή), γράμμα σε φίλο (για τον Έρωτα). Στη συνέχεια, οι δύο ομάδες εκφωνούν, με όποιον τρόπο θέλουν το κείμενο, συλλογικά σαν δύο χοροί.
(διάρκεια 15-20’, τεχνικές: γραφή σε ρόλο, συλλογικός χαρακτήρας)

Ø   Η Αφροδίτη (εμψυχωτής σε ρόλο) παρεμβαίνει και ορίζει τις δοκιμασίες που πρέπει να περάσει η Ψυχή. Καθώς αυτό το κομμάτι της ιστορίας δεν έχει ειπωθεί, η δράση οργανώνεται ως θεατρικό παιχνίδι. Οι συμμετέχοντες, σε ρόλο μυρμηγκιών βοηθούν την Ψυχή να ξεχωρίσει πραγματικά όσπρια διαφόρων ειδών, σε ρόλο δράκων εμποδίζουν την Ψυχή να φτάσει στην πηγή (που μπορεί να συμβολίζεται από ένα γαλάζιο μαντήλι). Αν υπάρχει κι άλλος εμψυχωτής, παίζει το ρόλο του σύμμαχου, ως αρχηγός των μυρμηγκιών, αετός του Δία,κλπ. Θα μπορούσε να οριστεί ως κανόνας, για να ξεπεράσει το εμπόδιο κάθε «δράκου» η Ψυχή να πρέπει να απαγγείλει ή να τραγουδήσει κάποιο στίχο σχετικό με το νερό. Αν δυσκολευτεί, τη βοηθάει ο εμψυχωτής-Δίας. Την τελευταία δοκιμασία (την κάθοδο στον Άδη) την αφηγείται ο εμψυχωτής, από την οπτική γωνία της Αφροδίτης, ή του Έρωτα ή της Περσεφόνης  και οι συμμετέχοντες  δραματοποιούν την αφήγηση, επιλέγοντας αυθόρμητα το ρόλο που θέλουν. Η δραστηριότητα συνοδεύεται από την κατάλληλη μουσική.
(διάρκεια 20’ Τεχνικές : εμψυχωτής σε ρόλο, θεατρικό παιχνίδι, οπτική γωνία, καθοδηγούμενος αυτοσχεδιασμός, παντομίμα)

Ø  Οι εμψυχωτές, σε ρόλο Αφροδίτης και Δία αντίστοιχα, τελούν τους γάμους του Έρωτα και της Ψυχής στον Όλυμπο. Ο Δίας δίνει στο ζευγάρι να φάει «αμβροσία» (κάποιο γλύκισμα) και να πιει «νέκταρ» (χυμό ροδιού ή κάτι τέτοιο). Προφέρει κάποια ευχή. Η Αφροδίτη τυλίγει το ζευγάρι με ένα χρυσοκόκκινο πέπλο και δίνει κι εκείνη την ευχή της.  Οι συμμετέχοντες σε ρόλο καλεσμένων ραίνουν ο καθένας με τη σειρά του τους νεόνυμφους με ροδοπέταλα (που έχουν πάρει από ένα καλαθάκι) και λένε αν θέλουν κάτι.  Οι συμμετέχοντες σχηματίζουν κύκλο. Ο εμψυχωτής –εντός ή εκτός ρόλου– θέτει την κατακλείδα της συνάντησης, ορίζοντας τον τόπο και το χρόνο, προτρέποντας τους συμμετέχοντες να κοιτάξουν ο ένας τον άλλο και να κρατήσουν τη μνήμη και την ενέργεια αυτής της στιγμής .
(διάρκεια 10’, τεχνικές : τελετουργία, έκφραση σε στοχαστικό περιβάλλον)

Αξιολόγηση

Οι συμμετέχοντες, εκτός ρόλου,  συζητούν για την εμπειρία που βίωσαν κατά τη διάρκεια του εργαστηρίου, αποκωδικοποιούν τη σημασία του μύθου έτσι όπως αναδύθηκε μέσα από τη δραματοποίησή του και/ή γράφουν διαφόρων ειδών κείμενα με αφορμή το εργαστήριο. Το εργαστήριο αυτό μπορεί, με μικρές αισθητικές παρεμβάσεις, να αποτελέσει υλικό για παράσταση σε κοινό.

Σημείωση: Επειδή η υπογράφουσα τελώ εν ανεργία -θύμα της «ορθολογικής» διαχείρησης προσωπικού- και κατά συνέπεια δεν έχω πεδίο εφαρμογής του παρόντος σχεδίου, θα  το εκτιμούσα πολύ αν κάποιος-α από τους φίλους και συνοδοιπόρους στα εργαστήρια του Σίμου, που διαθέτει πεδίο δράσης και βρίσκει την πρότασή μου ενδιαφέρουσα,  την εφάρμοζε στην τάξη ή στην ομάδα του. Εννοείται πως έχει από εμένα το ελεύθερο να την προσαρμόσει και/ή να την εμπλουτίσει με τις δικές του-της ιδέες. Θα ήταν χρήσιμο να συζητήσουμε δια ζώσης ή μέσω του blog για το αποτέλεσμα ώστε το σχέδιο να αξιολογηθεί και να ανατροφοδοτηθεί. Ευχαριστώ εκ των προτέρων.

                                                   Ολυμπία Παγουλάτου
                                              Αθήνα, 22 Ιανουαρίου 2012

Καταγραφή εργαστηρίου Β΄ Κύκλου, 14.01.2012



Καταγραφή εργαστηρίου : Νίκη Σαμίου


ΜΕΘΟΔΟΣ: ΘΕΑΤΡΙΚΟ ΠΑΙΧΝΙΔΙ

Α΄Φάση
      Περπατήσαμε στο χώρο ελεύθερα, με συνοδεία από μουσικό ερέθισμα, κουνώντας μαλακά τις αρθρώσεις μας. Η κίνηση πραγματοποιήθηκε σε όλα τα επίπεδα[1]. Αφού κινηθήκαμε ελεύθερα, η κίνησή μας άρχισε να μοιάζει με αυτή των πλανητών και των αστεριών. Στην πορεία γίναμε δυάδες-τριάδες πλανητών. Κινούμαστε μαζί. Άλλοι κινούνται πιασμένοι με τα χέρια άλλοι ακουμπώντας ο ένας με τις πατούσες του τις πατούσες του άλλου. Όσο κινούμαστε στο χώρο, ο εμψυχωτής τοποθέτησε σε διάφορα σημεία στο άσπρο πανί πολλά πανιά διαφορετικών  χρωμάτων[2] .           
     Εξερευνήσαμε έναν καινούριο πλανήτη και όταν βρεθήκαμε στο χαμηλό επίπεδο αρχίσαμε να εξερευνούμε το πιο κοντινό σε μας σώμα[3]. Ο εμψυχωτής μας παρότρυνε να δημιουργήσουμε μια δραση[4]. Κάθε ένας από την ομάδα πήρε ένα πανί και το τοποθέτησε στο κέντρο του άσπρου χώρου. Κάποια στιγμή, τα πανιά στο κέντρο έγιναν πολλά, ώσπου  τελικά δημιουργήθηκε ένας πολύχρωμος πλανήτης. Πήραμε τη θέση μας στον πλανήτη λέγοντας μια σκέψη. Ένας ένας, ο καθένας στο δικό του χρόνο και στο δικό του σημείο.

Β΄Φάση
    Χωρίς να το καταλάβουμε, βρεθήκαμε σε έναν κύκλο πάνω στον καινούριο πολύχρωμο πλανήτη. Ο επισκέπτης δεν άργησε να έρθει. Δεν τον είδαμε. Μοναχά τον ακούσαμε. Τον αισθανθήκαμε και αφεθήκαμε στα χέρια του. Δεν ήταν άλλος από τον Μικρό Πρίγκιπα και τις ανησυχίες του, μέσα από τα χείλη  του εμψυχωτή[5].
   Όταν ο επισκέπτης μας άφησε, δεν ήμασταν οι ίδιοι πια. Κρυφτήκαμε στα ροδοπέταλα του λουλουδιού του Μικρού Πρίγκιπα και βαλθήκαμε αχόρταγα να τον χαϊδεύουμε, να ρουφάμε τις μυρωδιές του και τις ανάσες του. Ήταν τόσο μαλακά και βελούδινα που αποφασίσαμε να κατοικήσουμε εκεί. Μέχρι να μάθουμε τα μυστικά του.
  Τελικά, δεν φανήκαμε καθόλου τυχεροί. Κάποιοι, μάλλον άνθρωποι, νόμιζαν ότι κοιμόμασταν μέσα στο τριαντάφυλλο και ήθελαν να μας ξυπνήσουν. Μας κατάβρεξαν με νερό... Μας έριξαν λίπασμα... Ποιός ξέρει τι άλλο μπορούσαν να κάνουν για να μας κερδίσουν την προσοχή! Αποχαιρετίσαμε το τριαντάφυλλο και αποφασίσαμε να πάμε σε άλλο πλανήτη... Αλλιώς θα  έπρεπε να δημιουργήσουμε  το δικό μας πλανήτη. Στην αρχή, λοιπόν, του νέου μας ταξιδιού βρεθήκαμε στον πολύχρωμο πλανήτη. Τα μπαλκόνια  ήταν πορτοκαλί και τα ποτάμια κίτρινα. Πολύ θα ήθελα να μάθω τι χρώμα έχουν εκεί τα τριαντάφυλλα ή τα πράσινα άλογα. Αλλά οι κάτοικοι έλειπαν ή δε τους είχαμε δημιουργήσει εμείς ακόμα. Αν τους δημιουργούσαμε θα τους είχα ρωτήσει αναμφίβολλα. Σε εκείνον τον πλανήτη, φτιάξαμε μια μπλέ γέφυρα για να διασχίσουμε το ποτάμι. Στην απέναντι όχθη συναντήσαμε ένα φωτεινό ρουμπίνι. Όταν το πλησιάσαμε, έγινε πηγάδι και στον πάτο του βρήκαμε έναν χάρτη. Δεν ακολούθησαν όλοι στην άλλη όχθη του κίτρινου ποταμού. Μάλλον φοβήθηκαν ή δε πίστευαν ότι θα έχει κάτι ενδιαφέρον. Επιστρέψαμε να τους μιλήσουμε για το χάρτη. Πρός μεγάλη μας έκπληξη είχαν βρει και αυτοί έναν. Τους φυλάξαμε στο μπαούλο της μνήμης μας και συνεχίσαμε τη συζήτηση γύρω από την κατεύθυνση της εξερεύνησής μας στον πλανήτη. Η συζήτηση δεν προχώρησε πολύ, καθώς ένας παράξενος κάτοικος ήρθε κοντά μας. Φορούσε ένα πορτοκαλί πανωφόρι και έλεγε ότι μπορούσε να πετάει. Δεν ήταν όμως αυτό που κέντρισε την προσοχή μας ώστε να τον κυκλώσουμε με ενδιαφέρον, αλλά η γλώσσα που μιλούσε. Μια γλώσσα που είχε μόνο ένα γράμμα!! Το << α >>. Περίεργη γλώσσα. Πρέπει να έχεις συνέχεια το στόμα σου ανοιχτό για να μιλάς και δε μπορείς να μασάς τσίκλα. Το παράξενο όμως δε σταμάτησε εκεί... Και οι άλλοι άρχισαν σιγά σιγά να συστήνονται με ονόματα που έχουν τόσο λίγα γράμματα που κάνουν μια ταμπέλα του πιο ορεινού χωριού να μοιάζει με έπος! Έτσι γνωρίσαμε τη <<μπα>>, τη << λα >>, τη <<σι >>, τη <<γα>>, τη << τρι – ναι >> , την << ε >> και τον <<ο>>. Περάσαμε τόσο ωραία μέχρι να συστηθούμε που μάλλον τραγουδούσαμε παρά γνωριζόμασταν. 
   Αφού περιπλανηθήκαμε αρκετά, βρεθήκαμε σε ένα αλλιώτικο μέρος. Σε κάποιον άλλο πλανήτη, διαφορετικό από τον προηγούμενο, στον οποίο τα πάντα ήταν φτιαγμένα μόνο από γάλα! Το τοπίο ήταν πολύ έρημο και αδειανό. Πρώτη φορά έβλεπα αδειανό τοπίο. Μόνο με σκιές. Σκιές χωρίς αντικείμενα και ζωντανούς οργανισμούς. Ένα τοπίο που δεν υπάρχει τίποτα. Τίποτα να δείς, τίποτα να αγγίξεις, τίποτα να πατήσεις, να ακουμπήσεις, να μυρίσεις... Ψάχναμε τις σκιές και τις ρωτούσαμε αν ξέρουν ή αν θυμούνται τελοσπάντων  σε ποιόν ανήκουν. Κάποιες απάντησαν, κάποιες δε θυμούνταν πια. Άλλες μας έδειξαν, ρίξαμε μια κλεφτή ματιά αλλά δεν αναγνωρίσαμε κάτι. Δε ξέραμε τι να κάνουμε πια. Να ψάξουμε ή να δημιουργήσουμε. Δύσκολη απόφαση. Κουρασμένοι και πεινασμένοι, πέσαμε για ύπνο.
   Δεν ακούστηκαν δύο χασμουρητά, όταν μια αλεπού ήρθε κοντά μας. Θέλησε να γίνει φίλη μας αλλά μας εξήγησε ότι πρέπει να είμαστε υπομονετικοί. Ήθελε να αγαπηθεί και θέλαμε να την αγαπήσουμε. Έπρεπε να είμαστε υπομονετικοί. Δώσαμε ραντεβού  για την επόμενη ημέρα, την ίδια ώρα και στο ίδιο μέρος. Θα μας καταλάβαινε από τα βήματα μας. Του καθενός είναι διαφορετικά και όλα τα αναγνωρίζει. Τη ρώτησα αν έχει φίλους σαλιγκάρια, μα δεν απάντησε. Σίγουρα θα την ξαναρωτούσα αύριο. Την ίδια ώρα. Στο ίδιο μέρος.
    Την άλλη μέρα περιμέναμε στο ίδιο μέρος. Στο ίδιο σημείο. Την ίδια ώρα. Είχαμε φτιάξει ένα πολύχρωμο ριζόγαλο. Με ένα νοστιμότατο ρύζι, που φτιάχνεται από γάλα. Μόνο γάλα έχει σε αυτόν τον τόπο...Ήμαστε έτοιμοι. Και περιμέναμε... Περιμέναμε.. Η αλεπού όμως δε φάνηκε ποτέ. Δεν παραξενευτήκαμε διόλου. Οι αλεπούδες φημίζονται για την πονηριά τους. Μεταμφιεστήκαμε σε δέντρα και πήγαμε κρυφά να τη βρούμε στο πορτοκαλί μπαλκόνι που ξεκουραζόταν από εχθές. Μας αναγνώρισε.  Δώσαμε τα χέρια και έμεινε στην παρέα μας[6].
               



[1] Σωματική έκφραση και κίνηση
[2] Φαντασία και μεταμορφώσεις
[3] Χαλάρωση , παρατηρητικότητα, συγκέντρωση
[4] Αυτοσχεδιασμός
[5] Αφήγηση
[6] Καθοδηγημένος αυτοσχεδιασμός

Δευτέρα 16 Ιανουαρίου 2012

"Έρωτας στα χιόνια", Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης




Προσέγγιση του διηγήματος «Έρωτας στα χιόνια, Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης», μέσω διερευνητικής δραματοποίησης.


·         Δημιουργία ατμόσφαιρας (ευαισθητοποίηση)

Μουσική εορταστική
Κινούμαστε στο χώρο, ημέρες Χριστουγέννων κι όλοι φοράμε τα καλά μας ρούχα,τα λαμπερά κολιέ, τα επίσημα σακάκια.

Οι δρόμοι είναι στρωμένοι με λευκό, αφράτο χιόνι κι εγώ προσπαθώ να περπατήσω με τα καλά μου παπούτσια.
Λευκές γάζες περνούν από πάνω μου και με αγκαλιάζουν σα χιόνι.
Με τη γιορτινή μου αμφίεση χαιρετώ τους υπόλοιπους καλεσμένους.
Ένα ποτήρι κρασιού κινείται ανάμεσά μας, κάθε φορά που ακούγεται ο ήχος από τα ξυλάκια, το πρόσωπο που κρατάει το ποτήρι προσφέρει δυνατά μια ευχή.


·         Επαφή με το αρχικό περιβάλλον – Επαφή με το έργο – Παρουσίαση μέσω αφήγησης – Παιχνίδι ρόλων

Η πόρτα χτυπά έντονα και δυνατά! Η μουσική σταματά!
Ο εμψυχωτής σε ρόλο:
Εμφανίζεται μια γριούλα ταλαιπωρημένη, αφού καθίσει και ζεσταθεί, όλοι οι καλεσμένοι δημιουργούν έναν κύκλο γύρω της.
Τότε ξεκινά να αφηγείται την ιστορία του μπάρμπα-Γιαννιού…

«Καρδιά του χειμώνος. Χριστούγεννα, Αης Βασίλης,Φώτα.
Κάθε πρωί τον έβλεπα να ρίχνει στους ώμους την παλιά πατατούκα  βγαίνοντας από το παλιό μισογκρεμισμένον του σπίτι. Ο Έρωντας, ψιθύριζαν οι γειτονοπούλες..πάλι μουρμουρίζει δυνατά για να τον ακούσει η πολυλογού… Αυτά άκουγα και η καρδιά μου μάτωνε…
Οι γλώσσες λέγανε πως μ’ αυτή την πατατούκα ξεκίνησε σα ναύτης, έκανε ταξίδια, απόκτησε δικό του καράβι, χλιδή και πλούτη …μα τα έφαγε όλα με τας  Φρύνας εις την Μασσαλίαν. Μόνο η πατατούκα απέμεινε!
Κανέναν δεν είχε στον κόσμο, είχε νυμφευθεί και είχε χηρεύσει, είχε αποκτήσει τέκνον και είχε ατεκνωθεί…
Αργά τα μεσάνυχτα τον έβλεπα στο σοκάκι, πίνοντας να τραγουδά τον πόνο του :
       
       ‘Σοκάκι μου μακρύ – στενό με την κατεβασιά σου,
κάμε κι εμένα γείτονα με τη γειτόνισσά σου ’.

κι άλλες να παραπονιέται :  

‘Γειτόνισσα, γειτόνισσα πολυλογού και ψεύτρα
δεν είπες μια φορά κι εσύ, Γιαννιό μου έλα μέσα’.

Η πολυλογού ούτε λόγος να τον κοιτάξει, γυναίκα δραστήρια, με άντρα, τέσσερα παιδιά, δούλευε τον χειρόμυλο, είχε και ένα γαϊδουράκι που τη βοηθούσε για να κουβαλά τα αλέσματα. Όλα τ’ αγαπούσε η πολυλογού εκτός από τον μπάρμπα-Γιαννιό.
Κάποιες φορές τον έβλεπα να κοιτάζει το κλειστό παραθύρι της πολυλογούς, και ο έρωτάς του μονολογούσε :

‘ Να είχε ο έρωτας σαΐτες..! να είχε βρόχια..να είχε φωτιές.. Να τρυπούσε με τις σαΐτες του τα παραθύρια… να ζέσταινε τις καρδιές… να έστηνε τα βρόχια του απάνω στα χιόνια… Ένας γέρο – Φερετζέλης πιάνει με τις θηλιές του χιλιάδες κοτσύφια…’
 Έτσι φανταζότανε τον έρωτα.. Έπινε για να ξεχάσει… την πολυλογού, τα καράβια, το χαμένο του παιδί, την άσωτη ζωή, τη μακαρίτισσα τη γυναίκα του; Ποιος ξέρει….
Μάταια κοίταζε το παράθυρο της πολυλογούς, ούτε λόγος να τον κοιτάξει και τότε το ποτό μιλούσε :
 ‘ Ένας θεός θα μας κρίνει… κι ένας θάνατος θα μας ξεχωρίσει… κι ένα κοιμητήρι θα μας σμίξει ’.
Ώσπου ένα βράδυ, όπου το άσπρο χιόνι είχε καλύψει τη γη για τα καλά, άρχισε να φωνάζει,,,
‘ Άσπρο σινδόνι,,, να μας ασπρίσει όλους το μάτι του θεού, όλα να τα καλύψει, να τα αγνίσει ’.
Είχε πιεί περισσότερο από ποτέ και παραπατώντας ξεκίνησε για το σπίτι της πολυλογούς.
Αχ και να ’βρισκα τη δύναμη, να πήγαινα ως την πόρτα του πριν φύγει…
Τα δάκρυα με βάρυναν και πλάγιασα στο κρεβάτι.
Την επόμενη μέρα ξύπνησα απ’ τις φωνές, η γειτονιά όλη στο πόδι, βγαίνοντας στο σοκάκι, άκουσα μια γειτόνισσα να λέει : ‘ Σαν άσπρο σάβανο τον κάλυψε το χιόνι ’, ‘έξω από την πόρτα της πολυλογούς πέθανε ’, είπε μια άλλη. ‘Ακούσαμε κάποιους χτύπους, μα βγαίνοντας στο παράθυρο δεν είδα κανέναν’, έλεγε ο άντρας της πολυλογούς.
Αυτό ήταν...δεν πρόλαβε να πει στην πολυλογού … μα ούτε κι εγώ πρόλαβα να πω σ’ αυτόν….
(Στο τέλος της αφήγησης ο εμψυχωτής ενημερώνει την ομάδα πως ο ρόλος της γριούλας ήταν ένας τρόπος παρουσίασης του διηγήματος, επισημαίνοντας πως το διήγημα τελειώνει με το χιόνι ως άσπρο σινδόνι που καλύπτει το άψυχο σώμα του μπάρμπα – Γιαννιού.)

·         Δημιουργία θεατρικού – συζήτηση εκτός θεατρικού ρόλου – δημιουργία δράσης και στοχασμού νέου περιβάλλοντος –– διαμόρφωση της ιστορίας


vΕίναι τυχαίο που ο μπάρμπα-Γιαννιός ξεκίνησε σα ναύτης με μία πατατούκα και μόνο μ’ αυτή γύρισε ξανά στη στεριά;
v Tι συναισθηματική αξία μπορεί να είχε η πατατούκα για τον μπάρμπα-Γιαννιό;
v Τι μπορεί να απέγινε το καράβι του;
v Διαχειρίστηκε σωστά τα κέρδη που απέκτησε;
v Ποια ήταν τα πάθη του;
v Ήταν τυχαίο που το παρατσούκλι του στη γειτονιά ήταν Έρωντας; Τι υποδήλωνε;
v Πως μπορεί να έχασε τη γυναίκα του και το παιδί του;
v Άραγε μπόρεσε να ξεπεράσει τον θάνατό τους;
v Με ποιους τρόπους ξεχνούσε τους καημούς του;
vΑναζητώντας τον έρωτα της πολυλογούς, η οποία είχε μια ευτυχισμένη οικογενειακή ζωή τι αντιλαμβανόμαστε για την ηθική και συναισθηματική πλευρά του μπάρμπα-Γιαννιού;
v  Πώς να ήταν η δική του οικογενειακή ζωή;
v  Ήταν ο μπάρμπα-Γιαννιός ικανός να λύσει πραγματικά τα προβλήματά του;
v Τι μπορεί να έλεγε ο μπάρμπα-Γιαννιός στην πολυλογού αν άνοιγε την πόρτα;
v  Πως θα μπορούσε να αντιμετωπίσει η πολυλογού τον μπάρμπα-Γιαννιό;
vΠοιος άλλος θα μπορούσε να ανοίξει την πόρτα από την οικογένεια της πολυλογούς και πως θα αντιδρούσε;
v Η χρονική στιγμή (μέρες Χριστουγέννων) θα επηρέαζε την αντίδραση της οικογένειας βλέποντας τον μπάρμπα-Γιαννιό μεθυσμένο να χτυπά την πόρτα του σπιτιού τους;
v  Αν ήσουν ο μπάρμπα-Γιαννιός τι θα άλλαζες στη ζωή σου;
v Αν ήσουνα στη θέση της πολυλογούς ή του συζύγου της θα προσπαθούσες να βοηθήσεις τον μπάρμπα-Γιαννιό; Αν ναι, με ποιους τρόπους;


·         Αξιολόγηση

   Ο μπάρμπα – Γιαννιός, ενώ ξεκίνησε ως ναυτικός καταφέρνοντας να αποκτήσει το  δικό του καράβι και μια άνετη ζωή, τελικά  δεν στάθηκε ικανός να διαχειριστεί και να λύσει τα προβλήματά του. Αν και δεν διευκρινίζεται από τον συγγραφέα σε ποια χρονική στιγμή και με ποιόν τρόπο επήλθε ο θάνατος της γυναίκας και του παιδιού του, είναι φανερό πως δεν μπόρεσε συναισθηματικά να αντιμετωπίσει τον χαμό τους.  Κυριευμένος από τα πάθη του, ξεκινώντας από το τίποτα, κατέληξε στο τίποτα. Δεν είναι τυχαίο άλλωστε, πως το μόνο που απόσωσε ήταν η πατατούκα με την οποία ξεκίνησε για τα καράβια. Το πάθος του για το γυναικείο φύλλο, επέφερε την οικονομική καταστροφή, ζώντας σε ένα παλιό, μισογκρεμισμένο σπίτι, ενώ το πάθος του για το ποτό, ήταν αυτό που τελικά έκοψε το νήμα της ζωής του.
Στην προσπάθειά του να απεγκλωβιστεί, επιζητούσε τον έρωτα από την γειτόνισσα πολυλογού, γυναίκα με άντρα και τέσσερα παιδιά. Έρωτας ηθικά παράνομος κι όμως τον επιζητούσε έμπρακτα φωνάζοντας στο σοκάκι :

‘ Γειτόνισσα – γειτόνισσα πολυλογού και ψεύτρα
δεν είπες μια φορά κι εσύ, Γιαννιό μου έλα μέσα.’

Τα συναισθήματά του, παρορμητικά και έντονα έβρισκαν διέξοδο σε ονειροπλασίες και φαντασιώσεις, αποφορτίζοντας τον παροδικά.’ (οι σαΐτες του έρωτα, ο γέρο - Φετετζέλης )
Ώσπου το χιόνι σαν άσπρο σινδόνι από τον χώρο του φαντασιακού, περνά στον χώρο του πραγματικού  και καλύπτοντάς τον,αγνίζει με τον θάνατο.


Τεχνική: Εμψυχωτής σε ρόλο – Καθοδηγούμενη φαντασία : Οι σαΐτες του έρωτα. Αναβίωση της φαντασίωσης του μπάρμπα- Γιαννιού.

Ο εμψυχωτής μοιράζει στους συμμετέχοντες κόλλες Α4, προτρέποντας τους να φτιάξουν τη σαΐτα του  έρωτα. Με τη συνοδεία μουσικής, οι συμμετέχοντες κινητικά και λεκτικά εκφράζουν το δικό τους ταξίδι.

        Τεχνική: θέατρο Forum – Κοινωνική – Ηθική   Συναισθηματική διάσταση

Ο εμψυχωτής ζητά από  δύο συμμετέχοντες, να αναλάβουν  τους ρόλους του μπάρμπα- Γιαννιού και της γυναίκας του αναπτύσσοντας τη σχέση που αυτοί φαντάζονται. Ένα σημείο αδιευκρίνιστο, όπου ο συγγραφέας κάνει μια απλή αναφορά.
Όποιος από τους συμμετέχοντες θέλει μπορεί να διακόψει τον αυτοσχέδιο λόγο και να αναλάβει τη θέση κάποιου από τους χαρακτήρες.

Ο εμψυχωτής ζητά αντίστοιχα από δύο συμμετέχοντες, να αναλάβουν τους ρόλους του μπάρμπα- Γιαννιού και του άντρα της πολυλογούς προσπαθώντας να φωτίσουν την ηθική διάσταση του θέματος.

Επίσης, οι ρόλοι του μπάρμπα – Γιαννιού και της πολυλογούς  μπορούν να φωτίσουν τα αντιφατικά συναισθήματα των δύο χαρακτήρων.

Τεχνική: Καρέκλα των αποκαλύψεων – Η προσωπικότητα του μπάρμπα-Γιαννιού.

Ένας συμμετέχοντας, στο κέντρο του κύκλου, φορώντας ένα παλιό  παλτό, στο ρόλο του μπάρμπα-Γιαννιού, δέχεται τις ερωτήσεις των υπόλοιπων συμμετεχόντων για να πραγματοποιηθεί η διείσδυση στην ψυχοσύνθεση  του ρόλου.


Τεχνική: Τούνελ της συνείδησης – Αλλαγή των προβληματικών καταστάσεων

Οι συμμετέχοντες κρατούν ψηλά μία λευκή, μακρόστενη γάζα. Περνώντας από κάτω ο μπάρμπα-Γιαννιός μπορεί να ακούσει όλα όσα κάλυψε το χιόνι. π.χ. το ποτό δεν βοηθά, οι Φρύνας κι η χλιδή δεν φέρνουν τη χαρά.

Μέσω της διερευνητικής δραματοποίησης και των τεχνικών, οι συμμετέχοντες αγγίζουν τους φανερούς μα και τους σιωπηλούς  χαρακτήρες του διηγήματος, εμβαθύνουν σε αυτούς, βρίσκονται αντιμέτωποι με ηθικοκοινωνικά  ζητήματα, τα οποία καλούνται να διευθετήσουν και να αλλάξουν δημιουργώντας μια νέα δράση.


·         Νέα δράση

Νέο σαλπάρισμα! Μ’ άλλον αέρα! Φόρεσε την πατατούκα του, εκείνη που τον ζέσταινε όταν πρωτομπαρκάρισε σαν ναύτης, που τον προστάτευε νύχτες ολόκληρες από την αλμύρα των κυμάτων.
Έβγαλε από την αριστερή τσέπη του υποκαμίσου το χτενάκι του, ρίχνοντας μια τελευταία αισιόδοξη ματιά στον καθρέφτη.
-       Όλα καλά θα πάνε..! Είπε βγαίνοντας από την καμπίνα του και κατευθύνθηκε στους ναύτες για τις τελευταίες οδηγίες.
-       Τα φορτία είναι όλα μέσα καπετάνιε, είμαστε έτοιμοι να σαλπάρουμε! φώναξε ένας ναύτης τρέχοντας προς το μέρος του.
Κι όντως, όλα καλά πήγανε  στο πρώτο ταξίδι και στο δεύτερο και στο τρίτο και σε όλα όσα ακολούθησαν. Σε κάθε λιμάνι οι έμποροι τον καλωσόριζαν, τον φίλευαν και τον ξεναγούσαν στα σοκάκια της κάθε πόλης.Όλες τις γεύσεις και τις μυρωδιές που έπαιρνε, τις έστελνε στη γυναίκα του μέσα σ’ ένα φάκελο, γεμάτο ιστορίες μακρινές και αλλιώτικες που είχε δει και ζήσει.
Κι εκείνη έκλεινε τα μάτια και τις σιγομουρμούριζε στο αγέννητο τέκνο που είχε στα σπλάχνα της.
Σα μικρό παιδί περίμενε τα γράμματα ο μπάρμπα – Γιαννιός και κάθε φορά που διάβαζε πως η κοιλιά της γυναίκας του μεγάλωνε μουρμούριζε αναστενάζοντας…
- Βρέχει, βρέχει άσπρο χιόνι
και ο γιός μου μεγαλώνει!
Έτσι πίστευε ο μπάρμπα-Γιαννιός, πως γιο θα βγάλει και άδειαζε τις μποτίλιες με τους ναύτες, με τους εμπόρους, στην υγειά του σπλάχνου του.
-Καπετάνιε! Τηλεγράφημα! φώναξε ο ναύτης ένα ηλιόλουστο πρωινό που ο ούριος άνεμος έσπρωχνε το καράβι απαλά στο επόμενο λιμάνι.
- Η έγκυος στοπ αρρώστησε στοπ!
Όλα σκοτείνιασαν… η καμπίνα θόλωσε…
Με δυσκολία έφτασε ως το μικρό ξύλινο τραπεζάκι και άρπαξε το κονιάκ, ύστερα σιγή, το βλέμμα κενό, ούτε λόγος να μπει άνθρωπος στην καμπίνα…
Την επόμενη μέρα διέταξε να αυξήσουν ταχύτητα οι μηχανές, ο καιρός βοηθούσε να φτάσει συντομότερα στο επόμενο λιμάνι κι από κει να επιστρέψει στην Ελλάδα. Απ’ το μικρό παραθυράκι της καμπίνας, το βλέμμα του έσπρωχνε τα κύματα και κάθε γουλιά ποτού έφερνε και έναν βαρύ αναστεναγμό.
Όταν έφτασε στο λιμάνι, έδωσε στον έμπιστό του ναύτη βιαστικά κάποιες οδηγίες για τα εμπορεύματα και φορώντας βιαστικά την πατατούκα του μπήκε στο επιβατικό καράβι, που θα τον έφερνε κοντά στην άρρωστη γυναίκα του..
-       Φυματίωση … είπε ο γιατρός το παιδί είναι αδύνατον να σωθεί..όσο για τη μητέρα…
Κι έτρεξε ο μπάρμπα-Γιαννιός σε γιατρούς άλλους δέκα, μαντζούνια παρήγγειλε από την μακρινή Αλγερία, γιατροσόφια του φέρανε από την Ινδία, του κάκου… η έγκυος χειροτέρευε..
Ούτε που τον ένοιαζε για το καράβι, για τα εμπορεύματα, όλες του τις οικονομίες έδωσε με μία μοναχά ελπίδα… να σώσει τη γυναίκα του και το παιδί του. Δύο μήνες πέρασαν έτσι, ώσπου μια μέρα όλα γύρω του πήραν το νωχελικό, κίτρινο  χρώμα του κονιάκ…
-       Λυπάμαι… είπε ο γιατρός και σκύβοντας το κεφάλι αποχώρισε.
Νέα από το καράβι ερχόντουσαν τακτικά τον πρώτο καιρό, όλα κλειστά και στοιβαγμένα στη χαραμάδα κάτω από την πόρτα, κανένα δεν άνοιξε κι έτσι περνούσαν οι μήνες… ναυάγιο η ψυχή του, φουρτουνιασμένα κύματα οι σκέψεις του, θολές οι μνήμες του κυλούσαν σαν τα κύματα μέσα στο ποτό.
Κάποιες φορές κοιτούσε απ’ το παράθυρο το στολισμένο σπίτι της γειτόνισσας πολυλογούς…
καρδιά του χειμώνα, Χριστούγεννα, Αϊ Βασίλης, φώτα και μες στην κρύα κάμαρα οι σοφάδες έπεφταν.
-       Άνοιξε μπάρμπα-Γιαννιό, φώναξε μια βαριά αντρική φωνή καθώς χτυπούσε η πόρτα.
Σηκώθηκε αργά και σαν άνοιξε την πόρτα τα κλειστά γράμματα ‘γίναν ένα με τους πεσμένους σοφάδες στη γωνιά.
Ήταν ο άντρας της πολυλογούς… -Έλα να φας μαζί μας μπάρμπα Γιαννιό, χρονιάρα μέρα..τα παιδία και τι δε θα ‘διναν να τους πεις μια ιστορία από τα ξένα.
Φόρεσε αργά  την σκονισμένη του πατατούκα και ξεκίνησαν μαζί για το γειτονικό σπίτι. Την πόρτα άνοιξε ο μικρότερος γιός της πολυλογούς φορώντας στο κεφάλι του ένα ναυτικό καπέλο.
-       Άλλος για τη βάρκα μας! Φώναξε και τράβηξε τον μπάρμπα-Γιαννιό κοντά στο στολισμένο καραβάκι που ήταν μαζεμένα και τα υπόλοιπα παιδιά.

 ΣΤΑΥΡΟΥΛΑ ΚΑΡΤΣΑΚΛΗ