Τετάρτη 28 Μαρτίου 2012

«Γράμμα του Σταυρόγκιν» - Διερευνητική δραματοποίηση


 Διερευνητική δραματοποίηση με βάση το: «Γράμμα του Σταυρόγκιν» απόσπασμα από το έργο Αδελφοί Καραμαζώφ  F.Dostoevsky Βιβλίο Ο Μικρός Ήρωας εκδόσεις Κοροντζή σελ. 67-93 (δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Ρωσικός Αγγελιοφόρος το  1857)
v  Δημιουργία ατμόσφαιρας- Ευαισθητοποίηση
·         Μέσα στο ημίφως η ομάδα κινείται ανάμεσα σε διπλωμένα γράμματα, τα παρατηρεί από όποια στάση θέλει ( όρθια, καθιστή, οριζόντια ). Άραγε τι να κρύβουν;
·         Καθένας διαλέγει από ένα γράμμα, το ακούει, το μυρίζει , το αισθάνεται. Ξαφνικά γίνεται βαρύ, με δυσκολία μπορεί κάποιος να το σηκώσει.
·         Βρίσκω ένα μέρος να το αφήσω, ένα μέρος που θα μπορώ με ησυχία να το ανοίξω και να το διαβάσω.
·         Εκφράζω με το σώμα μου τα συναισθήματα που μου προκάλεσαν οι λέξεις που διάβασα.
·         Γράφω μια σκέψη κάτω από τη φράση που βλέπω.
·         Ήρθε η ώρα να το αποχωριστώ, χωρίς να το καταστρέψω. Φορώντας το αόρατο γάντι μου τοποθετώ  το γράμμα στο κέντρο της στο κέντρο της σκηνής χωρίς να με δει κανείς.

Τα γράμματα συγκεντρώνονται στο κέντρο της σκηνής.
Εμψυχωτής: Αναμνήσεις και σκέψεις τυλιγμένες ανακατεμένες σε έναν χώρο, μα και σε έναν άλλο… τον χώρο του νου .
Η ομάδα κάνει έναν κύκλο γύρω από τα γράμματα.


v  Επαφή με το αρχικό περιβάλλον – Επαφή με το έργο – Παρουσίαση μέσω αφήγησης – Παιχνίδι ρόλων

·         Κάθε παίκτης επιλέγει τυχαία ένα γράμμα και το διαβάζει δυνατά.
 «από μέρος του Σταυρόγκιν»
 «δεν μπορούσα να μην γράψω»
 «αποκαλύπτομαι»
 «τρομακτική η ανάγκη της τιμωρίας»
 «ο ένας πόνος αναπληρώνεται με έναν άλλον»
 «η κοινωνία δεν συγχωρεί»


Περίληψη: Γράμμα του Σταυρόγκιν προς τον Τύχωνα
Αφήγηση από όλα τα μέλη της ομάδας.

«Από μέρος του Σταυρόγκιν,
Εγώ ο Νικόλαος Σταυρόγκιν, απόστρατος αξιωματικός, έζησα στην Πετρούπολη, περνώντας άσωτη ζωή, χωρίς να βρω σ’ αυτή καμία ευχαρίστηση.  Κρατούσα εκεί τρεις κατοικίες. Καθόμουνα τακτικά σε ένα σπίτι με επιπλωμένα δωμάτια. Το είχε η Μαρία Λεβιδακίν. Τις άλλες τις είχα νοικιασμένες για βρωμοδουλειές. Στη μία δεχόμουνα μια κυρία που με αγαπούσε, η άλλη βρισκόταν στην οδό Γκοροχοβίγιαστην και δεχόμουν την καμαριέρα της. Οι νοικοκύρηδες μου, κρατούσαν ένα στενόχωρο δωμάτιο, τόσο στενό, που αναγκαζόντουσαν ν’ αφήνουν ανοιχτή την πόρτα που επικοινωνούσε με την κάμαρά μου. Ο άντρας με μεγάλη γενειάδα και μακριά ρεντιγκότα υπάλληλος σ’ ένα μικρό γραφείο έφευγε το πρωί και γυρνούσε το βράδυ. Η γυναίκα, ξήλωνε παλιά κουρέλια και τα γύρναγε από την ανάποδη, έλειπε κι αυτή συχνά, για να παραδίδει τη δουλειά της. Έμενα μόνος μου με το κοριτσάκι τους, τη λέγανε Ματριόσα .Η μητέρα της την αγαπούσε, μα την έδερνε πολύ.
Μια μέρα του Ιουνίου χάθηκε από το τραπέζι μου ένας σουγιάς, δεν τον χρησιμοποιούσα και βρισκότανε εκεί πάνω χωρίς λόγο. Εκείνη την ώρα η μητέρα είχε βάλει της φωνές στη Ματριόσα για κάποιο κουρέλι, κατηγορώντας τη πως το είχε πάρει για τις κούκλες της. Μόλις της είπα για το σουγιά αγρίεψε ακόμα περισσότερο και άρχισε να την ξυλοφορτώνει εκείνη την ώρα βρήκα τον σουγιά πάνω στο κρεβάτι μου, μα δεν το είπα, κάθε κατάσταση άθλια και πρόστυχη προκαλεί μέσα μου θυμό, μα και κάποια ανέκφραστη ηδονή. Όταν αργότερα βρέθηκε το κουρέλι κάτω απ’ το τραπεζομάντηλο, η μικρή δεν έκανε ούτε ένα παράπονο, κοιτούσε μονάχα σιωπηλή .Το έκανε επίτηδες και τότε την παρατήρησα καλύτερα ξανθούλα, με πανάδες, πρόσωπο πρόστυχο, με έκφραση παιδιάστικη και εξαιρετικά γλυκιά.
Όταν η τιμωρία του κοριτσιού πήρε τέλος, έβαλα τον σουγιά στην τσέπη του γιλέκου μου και τον πέταξα στο δρόμο μακριά, για να μην μάθει ποτέ κανείς πως τον είχα βρει. Ένοιωσα πως ήταν παλιανθρωπιά, μα αισθάνθηκα μια κάποια ευχαρίστηση. Βαριόμουνα πολύ εκείνον τον καιρό σε σημείο που θα μπορούσα να πάω να κρεμαστώ κι αν δεν κρεμάστηκα, είναι γιατί περίμενα πάντα πως θα γίνει κάτι, κι αυτό το κάτι το περίμενα σε όλη μου τη ζωή. Τότε ασχολήθηκα για λίγο με τη Θεολογία μα η πλήξη μου έγινε χειρότερη, όσο για τα πολιτικά μου φρονήματα, μου γεννούσαν τη διάθεση να βάλω φουρνέλα στις τέσσερις άκρες του κόσμου.
Δίπλα από το κύριο δωμάτιο που κρατούσα, έμενε ένας υπάλληλος με την οικογένεια του, με καλό παρουσιαστικό ,αλλά φτωχός. Μόλις είχε πάρει τον μισθό του-εικοσιπέντε ρούβλια, περπατώντας στον διάδρομο είδα την πόρτα ανοιχτή και στην καρέκλα αφημένη η ρεντιγκότα του υπαλλήλου, έχωσα το χέρι μου μέσα, είχα πραγματικά ανάγκη από χρήματα εκείνη τη στιγμή παρόλο που θα έπαιρνα σε λίγες μέρες χρήματα από το ταχυδρομείο .Είχα εκείνη την εποχή πολύ όρεξη για ποτό και κέρασα όλη τη βρωμοπαρέα μου. Ύστερα έκανα γούστο να καρφώνω  τα μάτια μου επάνω του, αργότερα όμως ούτε κι αυτό μου έκανε κέφι.
Ύστερα από τρεις μέρες, γύρισα στη Γκοροχοβίγια μόλις μπήκα στο δωμάτιο είδα τη Ματριόσα καθισμένη δίπλα στο παράθυρο, έραβε, τραγουδώντας με σιγανή φωνή. Κάθισα δίπλα της και παίρνοντας την στην αγκαλιά μου της φίλησα το χέρι. Άρχισε να γελάει σαν παιδί, στη συνέχεια ντράπηκε και ξαφνικά έγινε κάτι παράξενο, η μικρή έβαλε τα χέρια της γύρω από τον λαιμό μου και άρχισε να με φιλάει με θέρμη.  Το πρόσωπό της γέμισε έκσταση. Σηκώθηκα έξω φρενών κι εκείνη ταράχτηκε πολύ, το πρόσωπό της μου φάνηκε άξαφνα ηλίθιο. Είχε την πεποίθηση πως ήταν βαθύτατα ένοχη «σκότωσα τον θεό», έλεγε.
Την νύχτα εκείνη, χτυπήθηκα στην ταβέρνα, μα το πρωί ξύπνησα στο κύριο δωμάτιο, με είχε φέρει η Λιεβιαδκίν, μα αργότερα γύρισα στην Γκοροχοβίγια, εκείνο που με βασάνιζε ήταν πως φοβόμουνα και πως είχα συνείδηση ότι φοβάμαι. Γύρισα στο κύριο δωμάτιο και ξαπλώνοντας ένιωσα τέτοιο μίσος για κείνη που πήρα την απόφαση να τη σκοτώσω, τη σιχαινόμουνα που ρίχτηκε στο λαιμό μου. Γύρισα μέχρι τα μισά, μα στο κανάλι της Φοντάνκας το μετάνιωσα.
   Ξύπνησα κατά το μεσημέρι, ντράπηκα που θέλησα να γίνω φονιάς, ξεκίνησα για τη Γκοροχοβίγια, σαν έφτασα στην κάμαρα, βρήκα την καμαριέρα, τη Νίνα. Τούτη τη φορά ευχαριστήθηκα πολύ που την είδα. Στην άλλη γωνιά της κάμαρας, είδα τη Μαρτιόσα, δεν κρύφτηκε όπως την άλλη φορά.
Επέστρεψα στο κύριο δωμάτιο για δύο μέρες, βαριόμουνα αφάνταστα και αποφάσισα να φύγω για την Πετρούπολη.
Όταν όμως γύρισα στην Γκοροχοβίγια, να ξενοικιάσω την κάμαρα βρήκα την νοικοκυρά πολύ στεναχωρημένη, η Ματριόσα εδώ και δύο μέρες ήταν άρρωστη και είχε παραμιλητά στον ύπνο της «σκότωσα τον Θεό», έλεγε.
   Αποφάσισα να γυρίσω όταν θα έφευγε η μητέρα της, όπως και έκανα, κάθισα στο ντιβάνι, η Ματριόσα ήταν ξαπλωμένη στο σκοτεινό καμαρίνι, πίσω από ένα παραβάν, στο κρεβάτι της μητέρας της. Ξαφνικά η μικρή σηκώθηκε και φάνηκε στο κατώφλι της κάμαράς μου. Ήμουν τόσο χυδαίος που αισθάνθηκα χαρά καθώς την είδα να έρχεται εκείνη πρώτη. Τι ανανδρία φανέρωνε όλο αυτό και πόσο ντράπηκα !Είχε αδυνατήσει πολύ, σε λίγο σχημάτισα την ιδέα πως δε με φοβότανε. Άρχισε να κουνά το κεφάλι της, σα να με κατηγορούσε, άπλωσε απότομα τη γροθιά της και με φοβέρισε από τη θέση της. Ύστερα έκρυψε το πρόσωπό της με τα χέρια της κι έτρεξε προς το παράθυρο, γύρισα στην κάμαρά μου και κάθισα κι εγώ κοντά στο παράθυρο. Τότε είδα στο φύλλο του γερανιού μια μικρή κόκκινη αράχνη. Άκουσα όμως τα βιαστικά της βήματα και την είδα να βγαίνει από την πόρτα. Την ακολούθησα αμέσως και πρόλαβα να δω, πως έμπαινε σε μια μικρή αποθήκη δίπλα στον απόπατο. Κοίταξα το ρολόι, δεν καλοξέρω γιατί. Μου ήρθε στο νου πως κανένας δεν με είχε συναντήσει, έπρεπε να αποφύγω κάθε συναπάντημα. Κοίταξα ώρα πολλή από τη σκισμάδα, γιατί ήταν σκοτεινά , όχι όμως ολότελα σκοτεινά.. μ’ άλλα λόγια είδα ότι μου χρειαζότανε.
Ύστερα από τρεις ώρες ήμουνα με όλη τη βρωμοπαρέα και έπινα τσάι, ήμουν πολύ εύθυμος, μα παράλληλα ένιωθα όλη την ανανδρία και την ατιμία μου , όμως δεν ντρεπόμουνα γι’ αυτό. Είχα χάσει την αίσθηση του καλού και του κακού.
Είχα τέσσερα τα μάτια μου και περίμενα πως κάτι θα μου τύχει και στις έντεκα το βράδυ έτρεξε η κόρη του πορτιέρη από το σπίτι της Γοροχοβίγιας φέρνοντάς μου την είδηση πως η Ματριόσα κρεμάστηκε . Ακολούθησα το κορίτσι ,ήταν εκεί κόσμος πολύς και αστυφύλακες. Με ρωτήσανε λίγα πράγματα, όσο για την παρουσία μου στο σπίτι εκείνο το βράδυ, αυτή δεν την υποπτεύτηκε κανένας. Η υπόθεση λοιπόν δεν είχε συνέπειες.
Δεν ξαναγύρισα εκεί ολόκληρη τη βδομάδα κι όταν ξαναπήγα ξενοίκιασα το δωμάτιο με την πρόφαση πως στεναχωριόμουνα να φέρνω την Νίνα σε τέτοια κατοικία.
Κοιτάζοντας μια μέρα τη στραβοκάνα τη Μαρία Λιεβιαδκίνα  αποφάσισα άξαφνα να την παντρευτώ. Δεν ήταν ακόμη τρελή μόνο ηλίθια, κουρόπαρτη και κρυφά ερωτευμένη μαζί μου . Μόλις τελείωσε η τελετή του γάμου έφυγα για την επαρχία, όπου έμενε η μητέρα μου.  Ταξίδεψα στην Ανατολή, σ’ ένα μοναστήρι του Αγίου Όρους ,πήγα στην Αίγυπτο, ταξίδεψα στην Ελβετία και έφτασα στην Ισπανία και παρακολούθησα για έναν χρόνο μαθήματα στο Πανεπιστήμιο της Γοττίγγης.
Περνώντας από την Φραγκφούρτη πριν δύο χρόνια, είδα σε μια βιτρίνα ανάμεσα σε πολλές φωτογραφίες ,την εικόνα ενός νεαρού κοριτσιού που έμοιαζε εξαιρετικά με την Μαρτιόσα. Αγόρασα την φωτογραφία και την έβαλα πάνω από το τζάκι μου, ωστόσο δεν την κοίταξα ποτέ κι όταν έφυγα από την Φραγκφούρτη την ξέχασα.
Πέρυσι την άνοιξη καθώς περνούσα από την Γερμανία ξέχασα να κατέβω στον σταθμό που έπρεπε, το επόμενο τρένο θα έφευγε στις έντεκα το βράδυ, μου δείξανε ένα περίφημο ξενοδοχείο και εκεί κατά τις τέσσερις το απόγευμα έπεσα για να ξεκουραστώ. Τότε είδα ένα αλλόκοτο όνειρο, βρισκόμουνα μέσα σε έναν πίνακα του Κλώντ Λορραίν  «Άκις και Γαλάτεια», ήταν ένας μικρός μαγευτικός όρμος του ελληνικού αρχιπελάγους όπου οι άνθρωποι ξυπνούσανε και κοιμόντουσαν ευτυχισμένοι και αγνοί . Όταν ξύπνησα ένα συναίσθημα αδοκίμαστης ευτυχίας γέμισε την καρδιά μου κάνοντάς τη να πονάει. Έκλεισα ξανά γρήγορα τα μάτια διψώντας να βυθιστώ ξανά στο όνειρο, άξαφνα όμως μέσα στο ολόλαμπρο φως είδα ένα στίγμα σκοτεινό που πήρε τη μορφή μιας μικρής κόκκινης αράχνης. Πετάχτηκα επάνω, είχα δει τη μορφή της Ματριόσα, τέτοιον πόνο δεν είχα ξανανιώσει. Από τότε η οπτασία της φανερώνεται σχεδόν κάθε μέρα μπροστά μου. Έχω κι άλλες πολλές αναμνήσεις ακόμα χειρότερες, σκότωσα σε μονομαχία δύο ανθρώπους, φέρθηκα πολύ άτιμα σε μία γυναίκα και πέθανε από το κακό της. Έχω στη συνείδηση μου μια δηλητηρίαση με προμελέτη που πέτυχε και έμεινε άγνωστη. Όμως καμία από αυτές τις αναμνήσεις δεν μου ξυπνάει συναίσθημα παρόμοιο με τη θύμηση της Ματριόσα.
Δυο μήνες ύστερα από το θαυμαστό εκείνο όνειρο, μου ήρθε η διάθεση να ερωτευτώ ξανά στην Ελβετία. Μου ερχότανε πάλι η επιθυμία να κάνω ένα καινούριο έγκλημα, να γίνω με άλλα λόγια δίγαμος, όμως το έσκασα με τη συμβουλή μιας άλλης κόρης που της είχα φανερώσει πολλά. Της είπα πως δεν αγαπούσα καθόλου αυτή που ήθελα να πάρω και πως δεν μπορούσα να αγαπήσω ψυχή.
Έτσι πήρα την απόφαση να τυπώσω τούτα εδώ τα φύλλα σε τριακόσια αντίτυπα  και να τα κουβαλήσω μαζί μου στη Ρωσία.
Ξέρω ότι από την άποψη της ποινικής νομοθεσίας δεν έχω να πάθω τίποτα, μονάχος μου κατηγορώ τον εαυτό μου . Εκείνο που θέλω, είναι να με αντικρίζουμε όλοι όσοι την διαβάζουν όπως τους αντικρίζω και εγώ . Όσοι περισσότεροι είναι αυτοί τόσο το καλύτερο. Αν γινότανε ξανά κάποια έρευνα στα αρχεία της Πετρούπολης ίσως βρίσκανε κάποιο χνάρι, εγώ όμως δεν θα ταξιδέψω, θα καθίσω στο Σκβορεσνίκι, στο κτήμα της μητέρας μου, αν με γυρέψει κανείς θα παρουσιαστώ στη στιγμή».
                                                         Νικόλας Σταυρόγκιν

·         Δημιουργία θεατρικού – συζήτηση εκτός θεατρικού ρόλου – δημιουργία δράσης και στοχασμού νέου περιβάλλοντος –– διαμόρφωση της ιστορίας

v  Ο Σταυρόγκιν είχε το γνώθι της άσωτης ζωής του και συνειδητά δεν έβρισκε καμία ευχαρίστηση σ’ αυτή. Για ποιους λόγους δεν κατάφερε να την αλλάξει;
v  Κρατούσε τρείς κατοικίες. Τι μπορεί να σημαίνει αυτό για το κοινωνικό του επίπεδο και την προσωπικότητά του;
v  Για ποιους λόγους ο Σταυρόγκιν δεν αποκάλυψε την παρουσία του σουγιά;
v  Για ποιους λόγους ένιωσε ευχαρίστηση βλέποντας τη Ματριόσα να συνεχίζει να υποφέρει τον ξυλοδαρμό από την μητέρα της;
v  Εξαφανίζοντας τον σουγιά, πετώντας τον στον δρόμο τι συμπεραίνουμε για τον Σταυρόγκιν;
v  Πως μπορεί να ένιωσε η Ματριόσα την ώρα του ξυλοδαρμού της μπροστά σε ένα τρίτο άτομο;
v  Πόσο σημαντικό ρόλο αποτελεί το κοινωνικό υπόβαθρο των γονιών της Ματριόσα προς την αντιμετώπιση στο παιδί;
v  Γιατί η Ματριόσα μετά τις κατηγορίες και τους ξυλοδαρμούς δεν διαμαρτυρόταν;
v  Άραγε η μητέρα της Ματριόσα χτυπώντας τη άδικα ξεσπούσε πάνω της όλο τον κοινωνικό και βιοτικό της θυμό;
v  Πόσο καθαρή αντίληψη των άγριων σκέψεων και πράξεών του είχε ο Σταυρόγκιν;
v  Που μπορεί να αποδοθεί η ευχαρίστηση που ένιωθε κάνοντας ανήθικες πράξεις, αναγνωρίζοντας τες ως ανήθικες;
v  Που οφειλότανε η ανία και η βαρεμάρα που ένιωθε;
v  «κι αν δεν κρεμάστηκα είναι γιατί περίμενα πάντα πως θα γίνει κάτι κι αυτό το περίμενα σ’ όλη μου τη ζωή» Τι μπορεί να περίμενε ο Σταυρόγκιν στη ζωή του;
v  τι παρατηρούμε για τα πολιτικά του φρονήματα και πόσο αυτά μπορεί να επηρέασαν την ατομική του ζωή;
v  Κλέβοντας το μισθό του γείτονά του τι συμπεραίνουμε για τη σχέση του Σταυρόγκιν με το χρήμα και την εξουσία;
v  Τι συναισθήματα γεννούσε η Ματριόσα στον Σταυρόγκιν;
v  Θεωρείτε ότι ο Σταυρόγκιν ήθελε να προκαλέσει τη Ματριόσα παίρνοντάς τη στα γόνατά του; Γιατί αισθανόταν φόβο μετά από αυτό το γεγονός;
v  Τι συναισθήματα έτρεφε η Ματριόσα για τον Σταυρόγκιν;
v  Θα αποκάλυπτε ποτέ η Ματριόσα τις τρυφερές κινήσεις του Σταυρόγκιν προς αυτή;
v  Ποια ήταν η ψυχολογική κατάσταση του Σταυρόγκιν πριν τον φόνο;
v  Πως ένιωσε ο Σταυρόγκιν όταν η Ματριόσα σήκωσε τη γροθιά της και του επιτέθηκε με αυτή τη χειρονομία;
v  Τι μπορεί να εννοούσε η Ματριόσα λέγοντας : «Σκότωσα το Θεό»;
v  Η Ματριόσα έμεινε στην αποθήκη για αρκετή ώρα. Άραγε προκάλεσε με αυτόν τον τρόπο το θάνατό της;
v   Πως λειτούργησε ο γάμος με τη Μαρία Λεβιαδκίν στην ψυχολογία του Σταυρόγκιν;
v  Βρήκε λύτρωση στα μέρη που περιπλανήθηκε;
v  Πως λειτούργησε το όμορφο όνειρο που είδε;
v  Με τη δημοσίευση της γραπτής εξομολόγησης θα έβρισκε λύτρωση πραγματική ο Σταυρόγκιν;

·         Τεχνική : θέατρο Forum – Κοινωνική – Ηθική - Συναισθηματική  διάσταση
   Δύο παίκτες αναλαμβάνουν τους ρόλους της Ματριόσα και της μητέρας της αναπτύσσοντας μια υποθετική λογομαχία. Καθένας μπορεί να αναλάβει το ρόλο με ένα νεύμα.

·         Τεχνική: Η καρέκλα των αποκαλύψεων- Η ψυχοσύνθεση του Σταυρόγκιν
Ένας παίκτης αναλαμβάνει τον ρόλο του Σταυρόγκιν, οι υπόλοιποι παίκτες του υποβάλουν ερωτήσεις.

·         Τεχνική: Τούνελ της συνείδησης
Οι παίκτες δημιουργούν ένα τούνελ με μια λευκή μακρόστενη γάζα ένας παίκτης αναλαμβάνει τον ρόλο του Σταυρόγκιν ακούγοντας τις συνειδήσεις των υπόλοιπων παικτών.

·         Τεχνική: Παγωμένη εικόνα- Κοινωνική, Φαντασιακή κατάσταση
Η ομάδα χωρίζεται σε τρεις υποομάδες και δημιουργεί τρεις παγωμένες εικόνες-στιγμιότυπα από το δραματικό περιβάλλον της εξομολόγησης.
Οι υπόλοιπες υποομάδες περιγράφουν και αποσυμβολοποιούν τις υπόλοιπες παγωμένες εικόνες.

·  Τεχνική: Στοχαστική διερεύνηση- Γραφή και ανάγνωση σε ρόλο-οπτική γωνία-αξιολόγηση
Στοχασμός και γραφή πάνω στο γράμμα του Σταυρόγκιν, ανάληψη ρόλων και γραφή σύμφωνα με τις στάσεις, τις αντιλήψεις και τη φαντασία του κάθε παίκτη.

·         Διεξοδική διερεύνηση των θεματικών σκηνών
·         Σκηνική παρουσίαση του θέματος (σε θεατρικό ρόλο)
·         Συνολική αξιολόγηση (ομαδική- ατομική)


Σταυρούλα Καρτσακλη 

"Τ΄αγνάντεμα" - Παπαδιαμάντης


Παλτό που τη θλίψη της σκεπάζει η βροχή
Το σώμα σπαρταρά στις προσταγές του ανέμου  και αλλάζει κατεύθυνση σε κάθε θύμηση που επισκέπτεται το μυαλό  
Μόλις ανοίξει ο καιρός οι ηλιαχτίδες χαράζουν  στο κορμί τη προσμονή
Λειαίνουν τη πέτρινη κορμοστασιά και αφήνουν το πρόσωπο να πάρει ξανά τη πρώτη του μορφή
Μάγουλα λευκά και  χείλη κόκκινα σαν τις φράουλες
Δυο μάτια αχόρταγα σαν τα στήθη έφηβης που γεννιέται μέσα της ο έρωτας
Αδειάζουν  το γαλάζιο τους χρώμα  στη  θάλασσα
Υγρό χάδι η θάλασσα να στείλει στον αγαπημένο 

Νίκη Σαμίου